Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010
Τι χρειαζόμαστε επειγόντως;
Ο ακήρυχτος πόλεμος
Tου Αλεξη Παπαχελα
Οσο και να μειώσουμε τα ελλείμματα, όσο και αν περιορίσουμε τη σπατάλη και τη διαφθορά, δεν πρόκειται να βγούμε από το τούνελ αν δεν αλλάξουμε μυαλά. Τι χρειαζόμαστε επειγόντως; Δουλειές, νέες επιχειρήσεις, ανάπτυξη. Για να απελευθερωθεί το επιχειρηματικό δαιμόνιο του Ελληνα πρέπει, όμως, να σταματήσει ένας ακήρυχτος, ύπουλος, αλλά αποτελεσματικός πόλεμος εναντίον της επιχειρηματικότητος. Δεν θα είναι εύκολο, γιατί δύο γενιές μεγάλωσαν δαιμονοποιώντας το κέρδος, έστω και το υγιές και μη κρατικοδίαιτο.
Βασικό ανασχετικό ρόλο παίζει το κράτος, από τους υπαλλήλους των υπουργείων έως την τελευταία υπηρεσία της πολεοδομίας ή της αρχαιολογίας. Η συντριπτική τους πλειονότητα είναι προσηλωμένη σε ένα πράγμα: πώς θα κάνουν όσο πιο δύσκολη γίνεται τη ζωή ενός επενδυτή ή επιχειρηματία. Οι νόμοι μας εξυπηρετούν απόλυτα όποιον δημόσιο υπάλληλο θέλει να τορπιλίσει μια επένδυση, γιατί είναι περίπλοκοι, ασαφείς και επικαλυπτόμενοι. Ρωτήστε οιονδήποτε επενδυτή τι έχει τραβήξει και γιατί συχνά καταλήγει στο συμπέρασμα πως η καλύτερη δουλειά στην Ελλάδα είναι μια αντιπροσωπεία ή κάτι που δεν έχει ρίσκο ή παραγωγή. Θα μου πείτε πώς θα πείσουμε εφοριακούς, στελέχη της πολεοδομίας, αρχαιολόγους κ.λπ. κ.λπ. να αρχίσουν να βλέπουν θετικά το επιχειρείν όταν έχουν μειωθεί δραματικά οι αποδοχές τους και δεν βλέπουν και με το καλύτερο μάτι κάποιον που «πάει για να βγάλει φράγκα». Χωρίς φράγκα, όμως, και δημιουργία πλούτου είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι τα παιδιά τους και τα παιδιά μας θα ζήσουν σε μια Ελλάδα περασμένων δεκαετιών. Οι πολιτικοί οφείλουν άμεσα να απλοποιήσουν τις διαδικασίες και να περιορίσουν τη δυνατότητα κάθε μικρού δυνάστη στο Δημόσιο να μπλοκάρει αδιακρίτως κάθε επένδυση. Αλλά οφείλουν, όσο γίνεται, να εκπαιδεύσουν τους υπαλλήλους του κράτους ώστε να μη βλέπουν τον επιχειρηματία ως εχθρό ή ως «αγελάδα» για άρμεγμα.
Σημαντικό, υπ’ αυτήν την έννοια, είναι να αλλάξουν μυαλά και ορισμένοι στη Δικαιοσύνη, που μπερδεύουν τις προσωπικές τους εμμονές και ιδεολογικές προτιμήσεις με την εφαρμογή του νόμου. Βεβαίως, η Πολιτεία έχει υποχρέωση να κάνει χωροταξικά σχέδια και ό, τι άλλο χρειάζεται, αλλά και η Δικαιοσύνη πρέπει να ζυγίσει την ισορροπία μεταξύ της προστασίας του πελαργού έναντι της προστασίας θέσεων εργασίας.
Μυαλά θα έπρεπε να αλλάξουμε και εμείς, στα μέσα ενημέρωσης, που έχουμε υιοθετήσει ευκολόπεπτες καραμέλες, κλισέ και αρνητικά στερεότυπα για τους επιχειρηματίες. Είναι απίστευτο πόσο εύκολα ένας δημοσιογράφος υιοθετεί μια καταγγελία εναντίον μιας εταιρείας χωρίς καν να την εξακριβώσει, γιατί θεωρεί ότι το δίκιο αποκλείεται ποτέ να είναι με την πλευρά του επιχειρηματία. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν τεράστια ευθύνη για το κτήνος του λαϊκισμού, που το εξέθρεψαν, το χάιδεψαν και το χαϊδεύουν ακόμη.
Tούτων λεχθέντων, πρέπει, βέβαια, να πούμε ότι κι ένα μεγάλο κομμάτι του ιδιωτικού τομέα έδωσε κάθε δυνατή λαβή για να δημιουργηθούν αρνητικά στερεότυπα. Είναι εξοργιστικό να βλέπεις τράπεζες που χρηματοδότησαν θνησιγενείς, άρρωστες «επενδύσεις» να προσπαθούν να τις κρατήσουν ζωντανές, πρώτον, επειδή οι ιδιοκτήτες είναι κολλητοί τους και, δεύτερον, για να καλύψουν τυχόν δικές τους σοβαρές εμπλοκές. Σε βγάζει από τα ρούχα σου να ξέρεις πόσα δισ. ευρώ είναι παρκαρισμένα ασφαλώς στην Ελβετία από όσους κατάκλεψαν το ελληνικό Δημόσιο με την πειρατεία του ΟΠΑΠ επί χρόνια, τις αμυντικές δαπάνες για «πατριωτικούς» σκοπούς, τις προμήθειες στα νοσοκομεία ή τις κομπίνες στις ασφαλιστικές εταιρείες με τη συγκάλυψη πολλών πολιτικών. Μακάρι να βρεθούν και να πληρώσουν όλοι αυτοί οι νεόπλουτοι κύριοι, που λεηλάτησαν την Ελλάδα και βοήθησαν στο να δαιμονοποιηθεί το κέρδος και να δοξαστεί η λαμογιά.
Το ζητούμενο, όμως, είναι να πάρει τα πάνω του το δυναμικό και υγιές κομμάτι της επιχειρηματικότητας, που σήμερα ασφυκτιά και πληρώνει τα σπασμένα άλλων. Μόνον έτσι θα έχουμε ανάπτυξη και δουλειές. Για να γίνει αυτό, όμως, πρέπει να σταματήσει άμεσα ο μεγάλος, ακήρυχτος πόλεμος στην ελληνική επιχειρηματικότητα.
Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010
Μένουν μονάχα στο παρόν τους
Οι εκλογές τελείωσαν και μαζί μ' αυτές το ειλικρινές ενδιαφέρον για τους πολίτες. Πολίτες είναι και τα παιδιά, οι έφηβοι οι οποίοι από τις 7-12-2010 μέχρι και σήμερα κάνουν κατάληψη και στα δύο Λύκεια του Δήμου μας. Τι ζητούν; Τα αυτονόητα. Από ποιούς το ζητούν; Απ' τους αυτονόητους θεσμούς. Μόνο που στον Δήμο Θερμαϊκού, οι θεσμοί αυτοί φαίνεται ότι δεν λειτουργούν ή ότι δεν ενδιαφέρονται. Αλλά και ο ηλεκτρονικός και έντυπος τύπος της περιοχής σιωπά αποκρύπτοντας το θέμα. Γιατί πάντα υπάρχει θέμα στην παιδεία. "Όλα είναι θέμα παιδείας" και πολιτικής βούλησης.
Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010
Συγχαρητήρια επιστολή.
Αναμφισβήτητη νικήτρια η αποχή. Οι νικητές των εκλογικών ντέρμπι δεν εκπροσωπούν ούτε το 30% των πολιτών. Αποφάσισαν οι λίγοι για τους πολλούς. Έχουν διαρρηχθεί, πλέον, οι σχέσεις πολιτικής εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης. Συγχαίρω από καρδιάς όλους και όλες, που δεν δέχτηκαν να «εξαγοράσουν» τη συνείδησή τους για μια «εξυπηρέτηση» από τους κληρονόμους της πολιτικής και της διαπλοκής. Συγχαίρω όλους και όλες, οι οποίοι δεν «άδειασαν» τις λέξεις αξιοπιστία, αξιοπρέπεια και ταυτόχρονα τις ζωές στους. Συγχαίρω τους υποψήφιους όλων των ψηφοδελτίων που τίμησαν τις νόμιμες και δημοκρατικές διαδικασίες εκλογής τους και έδωσαν νόημα στην έννοια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Να είστε σίγουροι ότι το νόημα στη ζωή μας το δίνουμε εμείς με τους αγώνες και τις διεκδικήσεις μας. «Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε … Αν για μια στιγμή ξεχαστούμε, αν για μια στιγμή πάψουμε να ονειρευόμαστε εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη απ’ τις φωτιές … Δεν έχουμε καιρό για τον εαυτό μας αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι.»
Με εκτίμηση
ΜΕΝΔΡΙΝΟΣ Ιωάννης
Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010
Έφυγε ο "γίγαντας" Λώλος
αντιγράφω από www.sentragoal.gr
Μια CocaCola για τον «γίγαντα»
Της ΑΛΕΚΑΣ ΖΟΥΜΗ
Ο «γίγαντας» Λώλος ήταν αυτό που λέμε «έξω καρδιά»... Κι αν μπορούσε να μιλήσει στα «παιδιά» του, θα τους έλεγε, «ρε μάγκες κάντε το παρτάκι σας να μαζέψουμε κάνα φράγκο, να πάρουμε φόρμες, να βγάλουμε και καμιά μπλούζα σαν εκείνες που έγιναν ανάρπαστες...».
Βλέπετε, στις 20 του Νοέμβρη, τα παιδιά του Αστέρα Εξαρχείων οργάνωναν πάρτι ενίσχυσης στο Στέκι Μεταναστών, δίπλα στο καμαράκι του Μιχάλη Λώλου, τα γραφεία της ομάδας... Εκεί όπου ο «γίγαντας», η «ψυχή» της ομάδας, η μορφή της Πλατείας και ο φυσιογνωμία της ΕΠΑΕ, άφησε την τελευταία του πνοή, στα 70 του χρόνια.
Μια ζωή Αστέρας, απ’ τον Αλέφαντο στον... Μεϊμαράκη!
Ο Μιχάλης Λώλος έφυγε από την ζωή, έχοντας περάσει τα 50 από τα 70 του χρόνια στην παρέα του Αστέρα Εξαρχείων... Αρχικά ως ποδοσφαιριστής κι έπειτα ως προπονητής. Δεν έφυγε ποτέ. Εζησε την κάθε στιγμή, από τις εποχές που ήταν παρέα με τον Νίκο Αλέφαντο, μέχρι εκείνες που η τύχη τα έφερε έτσι ώστε να κοουτσάρει τον Κώστα Παταβούκα αλλά και τον... Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Ο «γίγαντας», όπως τον αποκαλούσαν οι πάντες, είχε απ’ όλους κάτι να θυμάται... Και κουβέντα κακιά δεν έλεγε για κανέναν. Ούτε για τους ποδοσφαιριστές του, ούτε για τους... ζωηρούς οπαδούς της ομάδας. Μόνο που καμιά φορά παραπονιόταν για τα πρόστιμα που καλούνταν να πληρώσει η ομάδα όταν η κερκίδα... ξέφευγε λιγάκι στην «Αλεπότρυπα»... Ομως ακόμη και τότε ενθουσιαζόταν με την σκέψη ότι ο Αστέρας έχει περισσότερο και πιο φανατικό κόσμο από πολλές ομάδες της Α’ Εθνικής.
«Μαντμαζέλ, δεν μπορώ να τους μαζέψω»
«Μαντμαζέλ, δεν μπορούσα να τους μαζέψω να κάνουμε προπόνηση», έλεγε σε μια συνάντησή μας, τις δύσκολες μέρες του Δεκέμβρη 2008. Φυσικό και επόμενο... Και πάντα προσπαθούσε να τους προστατέψει...
Ο Μιχάλης Λώλος κατάφερε να «συμβιβάσει» την... δεξιά με την αριστερά και την αναρχία, στην πλατεία. Βλέπετε, ο προπονητής του Αστέρα Εξαρχείων ήταν δεξιός και δεν δίσταζε να το παραδεχτεί, όμως στην ουσία ήταν πολύ πιο προοδευτικός από πολλούς δήθεν αριστερούς και ριζοσπάστες... Και αυτό τού το αναγνώριζαν όλοι.
Ο κυρ Μιχάλης προσέφερε τις υπηρεσίες του αφιλοκερδώς στον Αστέρα Εξαρχείων. Βλέπετε, λεφτά δεν υπήρχαν... Ομως ούτε καν σκεφτόταν να σηκωθεί και να φύγει. Ούτε καν παλαιότερα όταν, όπως ο ίδιος έχει δηλώσει, του είχαν γίνει προτάσεις από μεγαλύτερες ομάδες. «Δεν φεύγω εγώ απ’ τα Εξάρχεια, δεν έχω φύγει ποτέ, μόνο για τα ταξίδια με την Εθνική έχω φύγει», έλεγε.
Ο Μιχάλης Λώλος με τον Γιόχαν Κρόϊφ (από
Πράγματι, με την Εθνική, ο Μιχάλης Λώλος βρέθηκε μέχρι τις ΗΠΑ και την Ατλάντα... Απο κει είχε φέρει μια τσάντα γεμάτη «Coca Cola», την αγαπημένη του Coca Cola, το μόνο ποτό που έπινε, έστω και σε μεγάλες δόσεις... Με την Εθνική, όμως, είχε βρεθεί και στη Ρωσία, εκεί όπου είχε επισκεφτεί το μαυσωλείο του Λένιν και αντικρίζοντάς τον, αναφώνησε: «Τι κάνεις εσύ εδώ; Ελα να σε πάω στην Πλατεία, εκεί πρέπει να σαι»... Φυσικά, εννοούσε την πλατεία Εξαρχείων.
Το δεύτερο... σπίτι του «Γίγαντα», πέρα απ το υπόγειο στην Τσαμαδού και το προποτζίδικο στην πλατεία, ήταν οι διάδρομοι των γραφείων της... πρώην ΕΠΑΕ. Από την εποχή Δέδε κι έπειτα, ο Μιχάλης Λώλος ήταν εκεί να στηρίζει τους τίμιους παλιούς και να ορμηνεύει τους νέους... Γνήσιος ποδοσφαιράνθρωπος. Από τους λίγους καλούς... Από αυτούς που δεν έβγαλαν λεφτά απ το ποδόσφαιρο, που δεν κοίταξαν να... τρυπώσουν και να εκμεταλλευτούν γνωριμίες και καταστάσεις. Ο «γίγαντας» γνώριζε, πράγματι, πολύ κόσμο όμως δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ αυτές τις γνωριμίες...
«Εχουμε τον Λώλο, δεν θέλουμε τον Δώνη...»
Η παρέα του ήταν ο Νίκος Αλέφαντος με ταβλάκι στα Εξάρχεια και οι πιτσιρικάδες που τον αποθέωναν απ όπου κι αν περνούσε... «Εχουμε τον Λώλο, δεν θέλουμε τον Δώνη κλπ κλπ», το σύνθημα με την... γνωστή κατάληξη, τράνταζε την ατμόσφαιρα της Αλεπότρυπας αλλά και της πλατείας...
Κι ο κυρ Μιχάλης απαντούσε με χαμόγελο και τους έκανε νοήματα με τα χέρια να ησυχάσουν όμως ήταν ολοφάνερο ότι το απολάμβανε... Οπως επίσης το απολάμβανε όταν έδειχνε την φωτογραφία με τον Γιόχαν Κρόιφ και τα παιδιά τον ρωτούσαν «ποιος είναι αυτός δίπλα στον Λώλο;»!
Εβανς: «Πάντα γυρνούσαμε στον κυρ Μιχάλη»
Μιλώντας με τον Γιάννη Παυλόπουλο, αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος της προσωπικότητας του Μιχάλη Λώλου... Ο γνωστός «Εβανς» εργάζεται στις ακαδημίες του Πανιωνίου, συνεχίζοντας την πορεία του στην Νέα Σμύρνη, ακόμη κι όταν κρέμασε τα παπούτσια του ως ποδοσφαιριστής.
Το «SentraGoal» επικοινώνησε μαζί του και του ζήτησε να θυμηθεί τα χρόνια που πέρασε στον Αστέρα Εξαρχείων (1982-84) δίπλα στον κυρ Μιχάλη... «Η προσωπικότητά του ήταν πολύ ξεχωριστή. Οσοι πέρασαν από τον Αστέρα Εξαρχείων έμειναν για πάντα συνδεδεμένοι με τον Λώλο. Ακόμη κι όταν φύγαμε από τον Αστέρα και παίζαμε σε άλλες ομάδες, μαζευόμασταν μια φορά την εβδομάδα για να παίξουμε μπάλα με την ομάδα του Λώλου», είπε αρχικά ο Γιάννης Παυλόπουλος.
Και συμπλήρωσε: «Είναι μεγάλη απώλεια, μια άσχημη μέρα για όλους μας σήμερα. Ο Λώλος ήταν ο συνδετικός κρίκος, πάντοτε γυρνούσαμε σ αυτόν όπου κι αν βρισκόμασταν».
Οσο για την σχέση που είχε με τα Εξάρχεια: «Οταν έμαθα ότι άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στο υπόγειο καμαράκι, στα γραφεία, συγκλονίστηκα. Είναι τραγικό αλλά ιδανικός τρόπος να φύγεις εκεί όπου έχεις όλη σου την ζωή, ο Αστέρας ήταν όλη του η ζωή όπως και τα Εξάρχεια. Δεν είχε φύγει ποτέ, ούτε Χριστούγεννα, ούτε Πάσχα, ούτε για διακοπές... Ο Μιχάλης Λώλος ήταν η πιο εμβληματική φυγούρα των Εξαρχείων», κατέληξε.
Το «SentraGoal» χρωστούσε ένα θέμα στον Μιχάλη Λώλο. Μακάρι να μην ήταν αυτό το τελευταίο... Είμαστε, όμως, τυχεροί που τον γνωρίσαμε...
Αναγνώστηκε από τον άμβωνα στην εκκλησία και έμειναν όλοι άφωνοι !
Αναγνώστηκε από τον άμβωνα στην εκκλησία και έμειναν όλοι άφωνοι
«Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα!»
Του Γιώργου Μάλφα, θεολόγου (malfasg@gmail.com)
Εβδομήντα χρόνια μετά.
Γιορτάζεις την Εθνική Αντίσταση του Λαού μας, τραγουδάς «γυναίκες Ηπειρώτισσες», υψώνεις αμήχανα σημαίες, χορεύεις από κεκτημένη συνήθεια στις πλατείες. Φέτος όμως, δυσκολεύεσαι να πεις το «ΟΧΙ». Δεν είσαι σίγουρος, αμφιβάλλεις. Φοβάσαι τους συνειρμούς, τις πιθανές παρεξηγήσεις. Τρέμεις τις συνέπειες.
Χρόνια τώρα, επαναλάμβανες τελετουργικά μονότονα το «ΟΧΙ» του παππού σου. Καμάρωνες τη θυσία του, θριαμβολογούσες αδαπάνητα για τα κατορθώματα και τους ηρωισμούς της γενιάς του. Στις δεκαετίες όμως που ακολούθησαν κατασπατάλησες νωχελικά την ελευθερία που σου χάρισε! Έφτιαξες τη ζωή σου. Το δικό σου, επιτέλους, σπίτι, και το δικό σου εξοχικό. Έκανες ταξίδια μακρινά και πολυδάπανα, σε προορισμούς εξωτικούς. Αγόρασες πρώτο και μετά δεύτερο αυτοκίνητο. Χρεώθηκες ασυλλόγιστα δάνεια, δόσεις και κάρτες που αφειδώς σου πρόσφεραν οι τράπεζες. Μπούχτισες τα παιδιά σου φροντιστήρια και ιδιαίτερα, να σπουδάσουν προσοδοφόρα επαγγέλματα, να γίνουν υψηλόβαθμα «στελέχη διοίκησης επιχειρήσεων». Εκμεταλλεύτηκες, με όλους τους δυνατούς τρόπους, τους μετανάστες που είχαν την ανάγκη σου, για να μαζέψουν τις ελιές σου, να χτίσουν και να καθαρίσουν το σπίτι σου, να. φυλάξουν τα παιδιά σου. Έπαιξες στο Χρηματιστήριο το κληρονομημένο βιος των γονιών σου και αγόρασες «αέρα» που σου πούλησαν οι αετονύχηδες της ελεύθερης αγοράς. Συναλλάχθηκες μ' αυτό το άθλιο κράτος κάτω απ' το τραπέζι κάμποσες φορές, δεν θυμάσαι και συ πόσες. για τη στρατιωτική θητεία του γιου σου, το διακανονισμό της εφορίας, το αυθαίρετο δίπλα στη θάλασσα, το διορισμό στην επίζηλη δημοσιοϋπαλληλία, τη λίστα αναμονής σε κάποιο νοσοκομείο. Διασκέδασες την πλήξη σου βόσκοντας αμέριμνα στα λιβάδια της τηλεόρασης, κάνοντας φωτοσύνθεση με την προπαγάνδα και το γούστο των αχρείων της κάθε εξουσίας. Ατίμασες την ψήφο σου ξανά και ξανά για μια «εξυπηρέτηση», εκδούλευση των φαύλων της κομματοκρατίας, των επαγγελματιών και των κληρονόμων της πολιτικής.
Φέτος όμως, τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά. Η γιορτή δεν είναι πια γιορτή. Μεγάλα λόγια δεν βγαίνουν απ' το στόμα. Φειδωλή και ντροπαλή η εθνική σου αξιοπρέπεια προσποιείται, καμώνεται πως γιορτάζει κάτω απ' το αυστηρό βλέμμα της επιτήρησης. Στενάχωρα όλα. Μέσα μας, γύρω μας, παντού. «Το αδιέξοδο της χώρας στις ψυχές των κατοίκων της». Πατρίδα υποτελής και υπόχρεη. Πατρίδα «πεδίο βολής φθηνό». Πατρίδα έρμαιο της απληστίας των τοκογλύφων, των ισχυρών του χρήματος, των δανειστών που γυρεύουν πίσω τα λεφτά τους. Σε υποτιμούν σήμερα άμοιρη πατρίδα μου για να σε αγοράσουν τζάμπα αύριο.
Πεθαίνω σαν χώρα! Ακούς την κραυγή; Βλέπεις και συ το κακό που μας βρήκε; «Όποιος δεν έχει δει ανθρώπους να πεθαίνουν σφυροκοπημένοι από αόρατο χέρι στους δρόμους, δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει και τι είναι ο θάνατος μιας χώρας.».
Πατρίδα, κατοχή και αντίσταση: κι αν οι λέξεις άδειασαν με τα χρόνια, δεν φταίνε οι λέξεις, οι ζωές μας άδειασαν! Πριν λιποψυχήσουν οι λέξεις, λιποψυχεί το φρόνημα των ανθρώπων, η θέληση των λαών να παραμείνουν αδούλωτοι. Όχι παιχνίδια με τις λέξεις! Ποιος δικαιούται να μιλάει στη γιορτή σήμερα για πατρίδα, για κατοχή και αντίσταση; Οι πατριδοκάπηλοι που κάθε φορά, την κρίσιμη στιγμή, συνθηκολογούσαν με τον κατακτητή; Ή μήπως, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που εγκατέλειπαν την πατρίδα και το λαό την ώρα της μάχης, για να επιστρέψουν κατόπιν ως εθνοσωτήρες και ελευθερωτές;
«Ποιος είναι, λοιπόν, πατριώτης;»
Ο Άρης Βελουχιώτης, το τραγικό αυτό σύμβολο της Αντίστασης του Λαού μας, έχει κάτι να σου πει: «Ποιος είναι ο πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει νάβρει κέρδη σ' όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι' αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά, αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουνε μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουνε τα κεφάλαιά τους από τη χώρα ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;»
Εδώ θα παραμείνουμε, δε θα φύγει κανείς, κυνηγημένε απ' όλους Καπετάνιε! Εδώ, να φυλάμε τα πεζούλια που μας άφησες! Θα μοιραστούμε αν χρειαστεί ακόμη και τη φτώχια μας, την ανάγκη, την οργή μας, μα δεν θα εγκαταλείψουμε. Γι' αυτό.
«Τα καράβια μου καίω / δεν θα πάω πουθενά. Κι ας μη μου 'χεις χαρίσει ποτέ / ένα χάδι ως τώρα / πάντα εδώ θα γυρνώ από πείσμα και τρέλα θα ζω / σε τούτη τη χώρα / ώσπου να βρω νερό γιατί ανήκω εδώ.
Σταυρωμένη πατρίδα / μες στα μάτια σου είδα / της ανάστασης φως».
(Τα καράβια μου καίω, Ν. Πορτοκάλογλου)
Πάτρα, Οκτώβριος 2010
Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010
η αλήθεια της εικόνας απέναντι στην "αλήθεια" του δημάρχου Αλεξανδρή
Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010
Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2010
Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010
Καλό φθινόπωρο φίλοι μου
Friend --
Tonight marks the end of the American combat mission in Iraq.
As a candidate for this office, I pledged to end this war responsibly. And, as President, that is what I am doing.
Since I became Commander-in-Chief, we've brought home nearly 100,000 U.S. troops. We've closed or turned over to Iraq hundreds of our bases.
As Operation Iraqi Freedom ends, our commitment to a sovereign, stable, and self-reliant Iraq continues. Under Operation New Dawn, a transitional force of U.S. troops will remain to advise and assist Iraqi forces, protect our civilians on the ground, and pursue targeted counterterrorism efforts.
By the end of next year, consistent with our agreement with the Iraqi government, these men and women, too, will come home.
Ending this war is not only in Iraq's interest -- it is in our own. Our nation has paid a huge price to put Iraq's future in the hands of its people. We have sent our men and women in uniform to make enormous sacrifices. We have spent vast resources abroad in the face of several years of recession at home.
We have met our responsibility through the courage and resolve of our women and men in uniform.
In seven years, they confronted a mission as challenging and as complex as any our military has ever been asked to face.
Nearly 1.5 million Americans put their lives on the line. Many returned for multiple tours of duty, far from their loved ones who bore a heroic burden of their own. And most painfully, more than 4,400 Americans have given their lives, fighting for people they never knew, for values that have defined our people for more than two centuries.
What their country asked of them was not small. And what they sacrificed was not easy.
For that, each and every American owes them our heartfelt thanks.
Our promise to them -- to each woman or man who has donned our colors -- is that our country will serve them as faithfully as they have served us. We have already made the largest increase in funding for veterans in decades. So long as I am President, I will do whatever it takes to fulfill that sacred trust.
Tonight, we mark a milestone in our nation's history. Even at a time of great uncertainty for so many Americans, this day and our brave troops remind us that our future is in our own hands and that our best days lie ahead.
Thank you,
President Barack Obama
Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010
κι όμως ... μπορούμε κι εμείς ... αρκεί να ΑΠΟΦΑΣΙΣΟΥΜΕ και να ΤΟΛΜΗΣΟΥΜΕ
http://news24gr.blogspot.com/2010/07/blog-post_1883.html
Διαβάστε πως περνουν 9 χρόνια στο σχολείο οι Φινλανδοί μαθητές...
Δεκαετίες ολόκληρες αιωρείται στην ελληνική (και όχι μόνο) κοινή γνώμη η ακαθόριστη άποψη ότι στη Σκανδιναβία η εκπαίδευση είναι πολύ καλή. Όταν όμως άρχισαν να δημοσιοποιούνται ευρύτερα τα αποτελέσματα του προγράμματος PISA (Programme for International Student Assessment - Πρόγραμμα Διεθνούς Aξιολόγησης των Σπουδαστών) κατά τη διάρκεια της τρέχουσας δεκαετίας, το όνομα της Φινλανδίας βρέθηκε στα χείλη αλλά και τις γραφίδες πολλών.
Oι εντυπωσιακές επιδόσεις των Φινλανδών μαθητών και φοιτητών προκάλεσαν αίσθηση σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο και δικαιολογημένα έστρεψαν την προσοχή στο εκπαιδευτικό σύστημα της «Xώρας των Xιλίων Λιμνών». Πόσο μάλλον που οι ανά τριετία έρευνες του προγράμματος PISA διενεργούνται από τον...
OOΣA σε σαράντα ανεπτυγμένες χώρες, σε 15χρονους μαθητές και με πολύ μεγάλα δείγματα (π.χ. στη Φινλανδία εξετάστηκαν 6.235 μαθητές από 197 σχολεία), οπότε είναι κανείς βέβαιος ότι δεν έχουμε να κάνουμε με τα αποτελέσματα κάποιας τρέχουσας δημοσκόπησης, αλλά με σοβαρή επιστημονική έρευνα.
Tάξεις - Kοινωνικές κυψέλες
H Φινλανδία έχει εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, όπως και η Eλλάδα. Oι αρχές όμως που διαπερνούν τη φινλανδική εκπαιδευτική αντίληψη διαφέρουν ριζικά. Bασίζονται στις παιδαγωγικές αρχές του Γάλλου Σελεστίν Φρενέ - να μαθαίνουν τα παιδιά κάνοντας πράγματα μέσα σε πλαίσιο κοινότητας. Στην πράξη αυτό μεταφράζεται στο ότι από την πρώτη κιόλας τάξη του Δημοτικού οι μικροί μαθητές συμμετέχουν σε πληθώρα δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής.
Xρησιμοποιούν ελάχιστα βιβλία, δεν ενθαρρύνεται καθόλου η παθητική απομνημόνευση, δεν απαιτείται από τα παιδιά να είναι καρφωμένα στο θρανίο. Mπορούν να περιφέρονται στην τάξη, να ζητούν πληροφορίες από τον δάσκαλο, να συνεργάζονται με τους συμμαθητές τους. Yπό την καθοδήγηση του δασκάλου τα παιδιά αποφασίζουν τι θα κάνουν κάθε εβδομάδα και υλοποιούν μόνα τους, με τους δικούς τους ρυθμούς, τα καθήκοντα που αυτά αποφάσισαν.
Δεν κάνουν απλώς πάμπολλες εκδρομές εκτός σχολείου σε χώρους διαφόρων δραστηριοτήτων αλλά και εναλλάσσονται σε ομάδες που συμμετέχουν σε όλες ανεξαιρέτως τις δουλειές που σχετίζονται με το σχολείο: βοηθούν στην κουζίνα, τακτοποιούν βιβλία στη βιβλιοθήκη, φροντίζουν τα λουλούδια και τα φυτά που υπάρχουν στη σχολική αυλή, συμμετέχουν στον διαχωρισμό για ανακύκλωση των απορριμμάτων του σχολείου...
Mάλιστα στις δραστηριότητες αυτές τα παιδιά δεν καθοδηγούνται από τους δασκάλους τους, αλλά από το μη εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου: μαγείρους, κηπουρούς, καθαρίστριες, γραμματέα... Eτσι τα παιδιά αναπτύσσουν αισθήματα σεβασμού προς τη δουλειά όχι μόνο των δασκάλων τους, αλλά και όλων των εργαζομένων.
«H ευθύνη για την εκπαίδευση των παιδιών μοιράζεται εξίσου σε όλους και αποφεύγονται μη αναγκαίες ιεραρχικές δομές μεταξύ του προσωπικού», σημειώνει χαρακτηριστικά φυλλάδιο του φινλανδικού υπουργείου Eξωτερικών που αναφέρεται στο θέμα, παρουσιάζοντας τη νοοτροπία που διαπερνά αυτή την πολιτική.
Στην υπηρεσία όλων
Tα φινλανδικά σχολεία βρίσκονται εξαρχής στην υπηρεσία των πολιτών. Mορφώνουν τα παιδιά, αλλά διευκολύνουν και τους γονείς. Eίναι φυσικά δημόσια σχεδόν στην ολότητά τους. Xρηματοδοτούνται από τους δήμους ή το κράτος. Eίναι ολοήμερα, εφοδιασμένα με παιδότοπους, παιδικές χαρές και φυσικά το αναγκαίο προσωπικό για την επίβλεψη των παιδιών μέχρι να γυρίσουν οι γονείς από την εργασία τους και να τα πάρουν σπίτι. Όλα ανεξαιρέτως τα σχολεία (συμπεριλαμβανομένου του αντίστοιχου Λυκείου) της Φινλανδίας παρέχουν δωρεάν ζεστό φαγητό το μεσημέρι στους μαθητές. Δωρεάν είναι και όλα τα βασικά υλικά για την εκπαίδευση (βιβλία, τετράδια, μολύβια κ.λπ.), ενώ δωρεάν γίνεται και η μεταφορά στο σχολείο όλων των παιδιών που ζουν μακριά ή παρουσιάζουν κινητικά προβλήματα.
Tα φινλανδικά σχολεία είναι επίσης ανοιχτά στην τοπική κοινωνία. Oι γονείς είναι ευπρόσδεκτοι στις σχολικές δραστηριότητες που μπορούν να βοηθήσουν με τις γνώσεις ή την τέχνη τους - ένας πατέρας δημοσιογράφος π.χ. μπορεί να πάει στο εργαστήριο που τα παιδιά φτιάχνουν ανά ομάδα το δικό τους περιοδικό και να τους πει πώς να το κάνουν καλύτερο ή μία μητέρα που γνωρίζει ραπτική, πλέξιμο ή κέντημα είναι καλοδεχούμενη στην αντίστοιχη ομάδα για να δείξει στα παιδιά πώς να ράβουν, να πλέκουν ή να κεντούν.
Oι τοπικές αρχές είναι επίσης υποχρεωμένες να παράσχουν τη βασική εκπαίδευση ακόμη και στα παιδιά που λόγω βαριάς ασθένειας ή αναπηρίας δεν μπορούν να πάνε στα κανονικά γενικά σχολεία, ακόμη και αν χρειάζεται να τους στείλουν δάσκαλο στο σπίτι.
Δρόμοι διαρκώς ανοιχτοί
Mετά την εννιάχρονη υποχρεωτική βασική εκπαίδευση, περίπου οι μισοί μαθητές κατευθύνονται στο Λύκειο και άλλοι τόσοι στα επαγγελματικά σχολεία. Mόλις το 6% των Φινλανδών μαθητών σταματάει την εκπαίδευσή του με την ολοκλήρωση της φοίτησης στο εννιάχρονο σχολείο γενικής παιδείας. Oύτε και τρέχουν όμως όλοι στο Γενικό Λύκειο, όπως εδώ. Mόνο οι μισοί.
Στη βασική και μέση εκπαίδευση οι Φινλανδοί δίνουν εξαιρετική έμφαση στις γλώσσες, με την πρώτη ξένη γλώσσα να διδάσκεται υποχρεωτικά από την τρίτη Δημοτικού και τη δεύτερη από την πρώτη Γυμνασίου το αργότερο. Mέχρι να τελειώσουν το Λύκειο, όσοι μαθητές θέλουν μπορούν να έχουν μάθει έως και έξι(!) γλώσσες.
Oσο για τα παιδιά μεταναστών, αρκεί να μπορούν να σχηματίσουν μια μικρή, ολιγομελή ομάδα και ο δήμος, με δικά του φυσικά έξοδα, είναι υποχρεωμένος να παρέχει εκπαίδευση και στη γλώσσα τους δύο φορές την εβδομάδα. Στο Eλσίνκι π.χ. όπου υπάρχουν 2.600 παιδιά μεταναστών, τέτοια μαθήματα γίνονται σε περίπου 40 γλώσσες.
Aκόμη μεγαλύτερη προσοχή δίνουν οι Φινλανδοί σε θέματα θρησκείας. Aρκεί να υπάρξουν τρία και μόνο παιδιά σε μία τάξη από κάποια θρησκεία για να διδάσκονται το μάθημα των Θρησκευτικών στη θρησκεία τους και αποκλειστικά σε αυτήν. Θρησκευτικά δεν διδάσκονται επίσης καθόλου στα παιδιά που οι γονείς τους δεν το επιθυμούν. Tα παιδιά αυτά διδάσκονται Hθική και Διαπροσωπικές Σχέσεις όλα τα χρόνια της βασικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
«Εκτόπισαν» την ιδιωτική εκπαίδευση
H τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίζεται σε Πανεπιστήμια και Πολυτεχνεία. Kαθώς ο αριθμός των υποψηφίων υπερβαίνει τις θέσεις σε αυτά, το κάθε AEI επιλέγει τους φοιτητές που θα δεχθεί είτε μόνο με τους βαθμούς του Λυκείου είτε με συνδυασμό βαθμών Λυκείου και επιμέρους εισαγωγικών εξετάσεων για το συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο ή Πολυτεχνείο. H εθνική στρατηγική της Φινλανδίας πάντως συνίσταται στο να προσφέρει τη δυνατότητα ανώτατης εκπαίδευσης στα δύο τρίτα της κάθε ηλικιακής ομάδας. Tα AEI παραμένουν ανοιχτά και για παιδιά που έχουν στραφεί στα επαγγελματικά Λύκεια, μέσα από κάποιες διαδικασίες. Tο τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών είναι, όπως με εμφανή υπερηφάνεια τονίζει το φινλανδικό υπουργείο Eξωτερικών, ότι «χάρη στην υψηλή ποιότητα του σχολικού συστήματος γενικής παιδείας του δημόσιου τομέα, η Φινλανδία δεν έχει εμπορική αγορά στη βασική εκπαίδευση, ενώ και στα άλλα επίπεδα και στους άλλους τομείς η εμπορική παροχή εκπαίδευσης είναι σχετικά μικρή συγκρινόμενη με πολλές άλλες δυτικές χώρες». Προφανώς καθόλου δεν αρέσουν στον OOΣA, προπύργιο του νεοφιλελεύθερου δογματισμού, ούτε τα συμπεράσματα των Φινλανδών ούτε τα επιτεύγματα της δημόσιας εκπαίδευσης της Φινλανδίας, την υπεροχή των οποίων αναγκάζεται να πιστοποιεί ο ίδιος ο OOΣA! "
"Τέλος, όλοι αξιολογούνται. Δάσκαλοι, καθηγητές και Σχολές. Και οι τελευταίες ανάλογα με την απόδοση τους χρηματοδοτούνται.
πηγες:
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=12333&subid=2&pubid=9625103
http://www.physics4u.gr/articles/2004/finlandeducation.html
Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010
ΚΑΝΟΝΑΣ
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_28/06/2010_1292021
«Εδώ δεν μπαίνει κανείς»
Tου Αλεξη Παπαχελα
Πριν από πολλά χρόνια μια μεγάλη ομάδα Ελλήνων δημοσιογράφων βρέθηκε σ’ ένα δικαστήριο στο εξωτερικό για μια υπόθεση. Οι φρουροί εκεί ενημέρωσαν όλους πως (α) δεν μπορούν να μπουν μαγνητόφωνα στο δικαστήριο και (β) όλα τα αντικείμενα, τσάντες κ. λπ. έπρεπε να περάσουν από ένα ειδικό μηχάνημα. Οι δημοσιογράφοι άρχισαν να επικαλούνται την «ελευθερία του Τύπου» και αρνούνταν να περάσουν από τη σχετική διαδικασία. Κάποια, μάλιστα, στιγμή, ο τότε γενικός πρόξενος εξήγησε -με στομφώδες ύφος- στον επικεφαλής φρουρό ποιος είναι και του ζήτησε να γίνει μια εξαίρεση. Ο φρουρός απάντησε ότι «δεν με ενδιαφέρει ποιος είστε, ας είστε και ο Πάπας, εδώ δεν μπαίνει κανείς χωρίς να τηρηθούν οι κανόνες μας».
Η μικρή αυτή ιστορία δείχνει πόσο μακριά βρίσκεται η δική μας κουλτούρα στα θέματα ασφάλειας από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Το πρόβλημα στην Ελλάδα αρχίζει με το περίφημο «έλα μωρέ, ο Γιώργος είναι, ο φίλος του Τάκη, άστον να περάσει», που ακούγεται καθημερινά και σε διάφορες περιστάσεις. Δεν υπάρχει τίποτα αυτόματο και απρόσωπο στην τήρηση των κανόνων ασφαλείας, με αποτέλεσμα να οδηγούν στο μοιραίο η τσαπατσουλιά και η ρουτίνα.
Η άλλη όψη του προβλήματος είναι βέβαια η νοοτροπία των πολιτών. Ο δικηγορικός σύλλογος θεωρεί «προσβλητικό» να ελέγχονται οι δικηγόροι όταν μπαίνουν στα δικαστήρια, λες και δεν μπορεί ένας από τους χιλιάδες δικηγόρους να είναι τρομοκράτης ή συνεργός κάποιου ποινικού που θέλει να αποδράσει. Στις φυλακές αποφασίζει η πολιτεία να μη βάλει κλωβό που να εμποδίζει τη χρήση κινητών από κρατουμένους «γιατί μπορεί να βλάψει την υγεία τους», λες και οι κλωβοί που λειτουργούν στο Μέγαρο Μουσικής ή τη Βουλή είναι δολοφονικοί... Οι δημοσιογράφοι συχνά ωρυόμαστε όταν υφιστάμεθα κάποιον έλεγχο.
Μέσα στο μπάχαλο του μεταπολιτευτικού λαϊκισμού ό,τι είχε να κάνει με ασφάλεια λοιδορήθηκε και δαιμονοποιήθηκε. Οποιος ήθελε μια αστυνομία που να συλλέγει πληροφορίες και να κάνει τη δουλειά της θεωρείτο γραφικός ή ακραίος ή... ή...
Είναι προφανές πως μια κοινωνία που μπαίνει σε μεγάλες αναταράξεις και με έντονο ιστορικό τρομοκρατίας και βίας πρέπει να αλλάξει αν θέλει να αυτοπροστατευθεί και να θωρακίσει τη δημοκρατία της. Οι πολίτες, όποιοι κι αν είναι, ό,τι ιδέα και αν έχουν για τον εαυτό τους, οφείλουν να τηρούν όποιους κανόνες ασφαλείας επιβάλλει το νόμιμο κράτος. Αλλιώς οφείλουν να υφίστανται τις συνέπειες του νόμου! Και ταυτόχρονα το κράτος πρέπει να εκπαιδεύσει μια νέα γενιά αστυνομικών κ. ά. σε συνθήκες επαγγελματισμού και με τη νοοτροπία πως «δεν με νοιάζει αν είσαι ο Πάπας, από εδώ δεν περνάς χωρίς έλεγχο».
Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι εύκολο. Το εντυπωσιακό άλλωστε είναι ότι ένα κομμάτι του ελληνικού μυαλού έχει ποτιστεί μ’ έναν άρρωστο συνδυασμό θεωριών συνωμοσίας και ανόητης αμφισβήτησης των πάντων. Είναι εντυπωσιακό πως πεθαίνουν τρεις συμπολίτες μας στη «Marfin» και κάποιοι, φανατισμένοι και μη, επιμένουν στην αρχή να φωνάζουν πως δεν σκοτώθηκε κανείς και είναι όλα κατασκευάσματα και μετά να ουρλιάζουν πως «για όλα φταίει η έλλειψη πυρασφάλειας». Το ίδιο άλλωστε συνέβη με μερικούς που, μόλις μαθεύτηκε η είδηση της βόμβας στην Κατεχάκη, είτε χαμογελούσαν πονηρά και χαιρέκακα υπονοώντας πως «να τι έπαθε ο Χρυσοχοΐδης που μας έκανε τον μάγκα» είτε, πάλι, έκλειναν το μάτι υποστηρίζοντας πως «μπορεί να είναι και από μέσα η δουλειά, για να ξεχάσουμε το ασφαλιστικό».
Αν δεν αλλάξουμε λοιπόν το «στραβό μας το κεφάλι», ξεριζώνοντας τα χαλασμένα κύτταρα που παράγουν ενστικτωδώς τέτοιες δήθεν «ψαγμένες» βλακείες, αν δεν σοβαρευτούμε ως κράτος και ως κοινωνία, το πρόβλημα της ασφάλειας στη χώρα θα γίνει πολύ πιο οξύ με σημαντικές συνέπειες.
Παρασκευή 11 Ιουνίου 2010
"Ή θα βρούμε ένα θεσμικό τρόπο να αλλάξουμε, να το πάμε μαλακά, ή οι φωτιές. Δεν έχει άλλο."
Ο συνθέτης την εποχή που το «Κούρεμα» (1989) ενοχλούσε, γιατί μας αποκαλούσε «Κωλοέλληνες». Τώρα, όπως λέει, οι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούν στίχους του για τα πολιτικά τους σχόλια, π.χ. «ένα όραμα κονόμας»
Αντιγράφω από ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Να μη βιαστούμε να ρίξουμε τίτλους τέλους
της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ
Ο Διονύσης Σαββόπουλος δεν κρύβει την αγωνία του για την οικονομική και πολιτική, όπως πιστεύει, κρίση. Ονειρεύεται την αυτοοργάνωση των πολιτών στις επόμενες δημοτικές εκλογές κι έναν «μαλακό, θεσμικό» τρόπο να ανανεωθεί το σύστημα. «Οι μεγάλες στιγμές αλήθειας που ζήσαμε στο παρελθόν μάς δίνουν μια ελπίδα αναστάσεως», λέει
Μία και μοναδική αθηναϊκή συναυλία δίνει αυτό το καλοκαίρι ο Διονύσης Σαββόπουλος, με την 11μελή μπάντα του. Τη Δευτέρα, στο Θέατρο Βράχων. Το ρεπερτόριο; Ο,τι περίπου συμπεριελάμβανε στις χειμωνιάτικες συναυλίες του, στο «Παλλάς», με κύριο άξονα τα τραγούδια από «Το φορτηγό» και «Το περιβόλι του τρελλού», αλλά και μερικά ακόμα της ίδιας περιόδου, τα οποία, λόγω λογοκρισίας, δεν ηχογραφήθηκαν τότε.
Ο Σαββόπουλος άλλωστε, όσο κι αν κατά καιρούς έχει επιχειρηθεί η «αποκαθήλωσή» του για τις επιλογές, τις δηλώσεις ή κάποια τραγούδια του, έχει μια μουσική παρακαταθήκη που οι ίδιες οι εποχές τη διατηρούν αλώβητη και ζωντανή. Ακόμα και τα τραγούδια του, που εισέπραξαν όταν πρωτοβγήκαν σφοδρή επίθεση. Πάρτε για παράδειγμα την άγρια αλλά και τρυφερή αυτοκριτική που επέβαλαν οι «Κωλοέλληνες», ξεσηκώνοντας οργή το '89 που πρωτοκυκλοφόρησαν στον δίσκο «Κούρεμα». Τώρα πια, οι στίχοι μοιάζουν ανατριχιαστικά επίκαιροι: «Κωλοέλληνες/ μασκαρλίκια δες (...) στο Αλφα της Αξίας/ της Αρχής της Μίας/ λουτροκαμπινές./ Τιμωρός καιρός/ πέντε αιώνες δύσης/ εθνικής θα ζήσεις/ από 'δω και μπρος/ με αγγλικές αλφαβήτες...».
Στο Φεστιβάλ Βύρωνα, όπου το εισιτήριο συγκλίνει γενικώς στα 20 ευρώ, ζητήσατε να έχει το δικό σας 15 ευρώ. Τι σημαίνει αυτή η κίνηση;
«Και 10 το φοιτητικό. Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι λύνω κανένα πρόβλημα, αλλά δεν είμαστε και παχύδερμα. Πάρτε το σαν συμπαράσταση, σαν κάτι για να νιώσω λίγο καλύτερα».
Η προσωπική δράση και η ανάληψη όσων ευθυνών αναλογούν στον καθένα, είναι αναμφίβολα υγιής αντίδραση. Μήπως όμως αυτό το «όλοι φταίμε» είναι εξαιρετικά βολικό για όσους προσπαθούν να αποσείσουν τις δικές τους, μεγαλύτερες ευθύνες;
«Αν θέλουμε να αλλάξουμε, ας αρχίσουμε από τον εαυτό μας. Είδατε κανένα συνδικαλιστή να απεργεί επειδή δεν χωρούσε άλλους το Δημόσιο και βουλιάζαμε; Αλλά είναι επίσης γεγονός ότι πέσαμε στο κλαψούρισμα του "όλοι φταίμε". Ναι, αλλά όχι το ίδιο. Η κατηγορία πρέπει να είναι συγκεκριμένη, να 'χει τεκμηρίωση και να ακολουθεί η παραδειγματική τιμωρία. Με πέντε πορίσματα για το Βατοπέδι δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος. Τι είδους εξεταστικές επιτροπές είναι αυτές; Το πρωί ανακρίνουν και το βράδυ βολτάρουν στα παράθυρα των ειδήσεων. Αναρωτιέμαι αν σιωπούσαν τόσα χρόνια ή δεν ξέραν' τι τους γίνεται ή καταγγέλλουν τώρα τους συνενόχους τους για να βγουν οι ίδιοι "περιστεράκια"».
«Πολιτική πρόταση δεν υπάρχει. Ψαχνόμαστε...», λέγατε πέρυσι. Τι μεσολάβησε ώστε να στηρίξετε δημοσίως την πολιτική πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου και της κυβέρνησης;
«Το εκλογικό αποτέλεσμα πέρυσι έδειξε ότι ο Γιώργος Παπανδρέου είναι η μόνη λύση. Νομίζω ότι όλους μάς άγγιξε το "Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε". Από κει και πέρα, όμως, είπα ότι δεν φαίνεται να υπάρχει δυστυχώς κανένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση. Τρέχουν να προλάβουν την καταστροφή. Είπα, επίσης, ότι ο πρωθυπουργός πρέπει πια να μείνει εδώ στην Ελλάδα, γιατί αντιμετωπίζουμε χάος».
Τα τελευταία χρόνια χαρίσατε τη δημόσια στήριξή σας σε πολιτικά πρόσωπα ή ιδέες που δεν εξέφραζαν κατ' ανάγκην τον Σαββόπουλο των νεανικών σας χρόνων. Αλλοτε φανήκατε αμήχανος (όπως με τη «Μοναξιά της Αμερικής»). Κατά καιρούς το πληρώσατε, γιατί ένα μέρος του κοινού απαιτεί μια «ακίνητη» συνέπεια από τον δημιουργό. Είστε, ωστόσο, ο ίδιος Σαββόπουλος του «Πονηρού Πολιτευτή»;
«Ναι, εδώ ο ίδιος. Αλλά γενικώς παρατηρώ ότι αλλάζω κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια περίπου και κάθε φορά έχω δίκιο. Ακούω τώρα -και τους ευχαριστώ- να χρησιμοποιούν σε εκπομπές για να κοσμήσουν τα πολιτικά τους σχόλια στίχους μου απ' το "Κούρεμα": "Ενα όραμα κονόμας". Ή το άλλο: "Ενας βίος φιλοτομάρης". Ή "Κωλοέλληνες". Καλώς ή κακώς τραγουδώ μόνο όπως νιώθω. Η χαρά και η αμηχανία μου έχουν να κάνουν μόνο με τις δικές σας αντιδράσεις».
Μετά το «Κούρεμα» και την τολμηρή πολιτική σας «έκθεση», αποφύγατε αναλόγως ριψοκίνδυνα διακυβεύματα. Σας στοίχισε εκείνη η ιστορία;
«Μου στοίχισε βέβαια αλλά δεν κάθησα να το σκεφτώ. Δεν "μαζεύτηκα" -και αν κρίνω από τις ερωτήσεις σας, συνέχισα να εκτίθεμαι».
Συμμερίζεστε όσους προβλέπουν έναν πολύ δυσοίωνο και ταραγμένο Σεπτέμβριο;
«Ναι. Πολλά νεύρα τριγύρω. Στα ταξί, στα φανάρια. Στέγνωσε η αγορά. Στέγνωσε η καθημερινότητα. Ακούστε. Το σύστημα δεν τα βγάζει πέρα. Δεν φαίνεται ικανό να αυτοκαθαρθεί και να ανανεωθεί. Πώς είναι δυνατόν άνθρωποι που μας φέραν' ώς εδώ να μας σώσουν τώρα; Συμμερίζομαι την άποψη που λέει ότι οι εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης το φθινόπωρο είναι ξάφνου μια ευκαιρία στο σκοτάδι. Το είπε πολύ ωραία ο Ράμφος στην τηλεόραση. "Να προχωρήσουμε στην Τέταρτη Δημοκρατία", είπε. Θα μπορούσε, δηλαδή, δίπλα στις λίστες των κομμάτων να εμφανιστούν λίστες ανεξαρτήτων. Παραδείγματος χάριν, ανεξάρτητη κίνηση Καβάλας, Λάρισας, Ρεθύμνου. Αλλά να μην έχουν σχέση με το σύστημα, να 'ναι τα καλά παιδιά του τόπου και να 'ναι νέοι, για να πάρουν την ευθύνη του μέλλοντός τους. Μπορεί να πάρουν σημαντικό ποσοστό, μπορεί να πάρουν περισσότερο από τα κόμματα, μπορεί κάποιοι να πάρουν την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Να δείξει, επιτέλους, ο κόσμος ότι θέλει πραγματικά την αλλαγή. Να αλλάξουμε το Σύνταγμα, διότι φτιάχτηκε για να εξυπηρετεί πάνω από όλα αυτούς, ενώ εμείς χρειαζόμαστε επειγόντως ένα Σύνταγμα που να βάζει πάνω από όλα τα δικαιώματα του πολίτη».
Μήπως είναι κάπως ρομαντικά όλα αυτά;
«Κι αν είναι τι πειράζει; Ή θα βρούμε ένα θεσμικό τρόπο να αλλάξουμε, να το πάμε μαλακά, ή οι φωτιές. Δεν έχει άλλο. Εγώ είχα άλλη επιφύλαξη. Πήρα τηλέφωνο τον Ράμφο. "Μήπως είναι πολύ γρήγορα μέχρι το φθινόπωρο;", τον ρωτάω. "Ναι", μου απαντάει, "αλλά είναι εφηβικό το θέμα, οι έφηβοι εκσπερματώνουν γρήγορα". Σκάσαμε στα γέλια. Ωραίος».
Πολλοί Αλβανοί φαίνεται ότι φεύγουν απ' την Ελλάδα και επιστρέφουν στη χώρα τους. Πώς σας φαίνεται αυτό;
«Σαν χθες ήταν που γελούσαμε με το "Αλβανός τουρίστας". Εβγαλε ταξιδιωτική οδηγία και η Βουλγαρία. Πάει, δεν είμαστε πια το Μανχάταν των Βαλκανίων. Είμαστε παράδειγμα προς αποφυγήν για κάθε λαό, που θέλει να προοδεύσει».
«Η τέχνη σε περιόδους κρίσεως ανθεί». Είναι ένα παρηγορητικό εφεύρημα ή μια ελπιδοφόρα πραγματικότητα;
«Η τέχνη προϋποθέτει ένα κοινωνικό ρεύμα. Αυτό θα εμφανιστεί, μην αμφιβάλλετε. Αλλά θέλει λίγο καιρό ακόμα. Ως τότε, ατομικές φωνές καλλιτεχνών δεν θα λείψουν. Και προς Θεού, όχι πια κομματικών και κρατικοδίαιτων».
Και τώρα χωρίς «μπλοκ επιταγών» και χωρίς «της μεταπολίτευσης φωνές», τι μένει;
«Μένει μια παρέα από κακομαθημένα στελέχη τραπεζών, που εκμεταλλεύτηκαν την απουσία πολιτικής αλλά και πραγματικής οικονομίας. Οσο για μας, "τι να καταλάβουμε οι φτωχοί;". Μερικές φορές νιώθω ότι τελειώσαμε, ότι πεθαίνουμε. Αλλες, πάλι, σκέπτομαι πώς να ένιωθε άραγε ένας εικοσιπεντάχρονος το 1948. Βγαίναμε ματωμένοι από τον Εμφύλιο, όμως σιγά σιγά κάτι άρχισε να ανασυγκροτείται. Σ' αυτό ήρθε να προστεθεί και η κουλτούρα: ο Μόραλης, ο Κουν, ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Τσαρούχης. Μια καινούργια Ελλάδα άρχισε να παίρνει μορφή, αλλά η παλιά Ελλάδα τρόμαξε και το σταμάτησε με την αποστασία και τη χούντα. Εκτοτε αυτές οι δύο Ελλάδες αντιμάχονται η μία την άλλη, πολλές φορές μέσα στην ίδια παράταξη, ακόμη και μες στον ίδιο άνθρωπο. Οταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έφερνε στην επιφάνεια τους απόκληρους, μας έδειχνε μια καινούργια Ελλάδα. Οταν όμως τους εξαχρείωνε επιτρέποντάς τους να είναι αντιπαραγωγικοί, ανοικονόμητοι και κρατικοδίαιτοι, ξανάφερνε την παλιά Ελλάδα. Ζήσαμε, πάντως, μεγάλες στιγμές αλήθειας στο παρελθόν. Αυτό ίσως μας δίνει μια ελπίδα αναστάσεως. Για να ξανάρθω σε κάτι προσωπικό: μετά το "Κούρεμα" είπα, "πάει, τελείωσα". Επαιζα σε άδεια καθίσματα. Δεν φανταζόμουν ότι έπειτα από τρία χρόνια τα καθίσματα θα ξαναγέμιζαν τόσο ωραία. Κι άλλες φορές, είτε σε προσωπικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, ρίξαμε τίτλους τέλους, αλλά φάνηκε ότι βιαστήκαμε». *
Αριστερά χωρίς όνειρο
- Η Αριστερά μπορεί να ανταποκριθεί σε ό,τι συμβαίνει;
«Βρήκε κι αυτή την ώρα να διασπαστεί. Λιγότερη ομφαλοσκόπηση χρειάζεται. Η Αριστερά μάς έμαθε να ονειρευόμαστε χωρίς να κάνουμε τίποτα. Τώρα, ούτε όνειρο δίνει».
Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010
"να μην τσιμπάτε..."
Την διαβεβαίωση ότι εξασφαλίστηκε η δεύτερη δόση του δανείου που προβλέπει ο μηχανισμός στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ.) έδωσε σήμερα ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου.
Τα χρήματα αναμένεται να καταβληθούν τον Σεπτέμβριο, είπε ο κ. Παπακωνσταντίνου, δηλώνοντας αισιόδοξος για επίτευξη των στόχων περί μείωσης του ελλείμματος το 2010. Όπως σημείωσε ο υπουργός, τα κρατικά έσοδα ενισχύθηκαν στο πεντάμηνο περισσότερο από 8%, ενώ τα έξοδα μειώθηκαν σε.. ποσοστό άνω του 10% σε ετήσια βάση.
Στα μεγέθη αυτά, πρόσθεσε, δεν έχουν συμπεριληφθεί ακόμα οι μειώσεις των μισθών και των συντάξεων στο Δημόσιο, η νέα αύξηση του Φ.Π.Α., ο Λ.Α.Φ.Κ.Α. και οι αυξήσεις των Ε.Φ.Κ.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου επανέλαβε ότι δεν τίθεται θέμα αναδιάρθρωσης του χρέους και χαρακτήρισε «αστεία ιστορία» τη φημολογία περί χρεοκοπίας της χώρας, προσθέτοντας ότι «το παιχνίδι των φημών δεν έχει ονοματεπώνυμο».
Απηύθυνε δε εκ νέου έκκληση προς τους πολίτες «να μην τσιμπάνε σε μια υστερία που δεν έχει βάση», εκτιμώντας ότι «η φημολογία και η τρομολαγνεία έχουν δύο διαστάσεις: αφ’ ενός την κερδοσκοπική και αφ’ ετέρου το πώς λειτουργούμε ως κοινωνία».
Ο κ. Παπακωνσταντίνου ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει στην τακτική αναθεώρηση του Α.Ε.Π. πιθανότατα από το 2011, σε συντονισμό με την Eurostat.
Σχετικά με τις αποκρατικοποιήσεις, ο υπουργός έσπευσε να διευκρινίσει ότι ο ίδιος δεν πρότεινε ποτέ να τις αναλάβει η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.), αλλά μόνο να υπάρξει συγχώνευση των εταιρειών που διαχειρίζονται τα ακίνητα.
Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010
Πολιτική εξουσία και μάχιμοι πολίτες
Την τελευταία περίοδο, καθημερινά, βάλλεται η πολιτική εξουσία και οι πολιτικοί της χώρας. Επισημαίνεται η φθορά και η αλλοτρίωση και των δύο δομών. Διαπομπεύεται η δημοκρατία και επιδιώκεται η αποδιοπομποίηση της πολιτικής τάξης, ταυτόχρονα με τη συζήτηση περί αλλαγής πολιτικού συστήματος και δημοσιοποίησης παραβατών, με μοναδικό σκοπό την ικανοποίηση του «κοινού αισθήματος».
«Ο Πύργος της Βαβέλ», πίνακας του Pieter Bruegel
Με λίγα λόγια, βλέπουμε να διαδραματίζεται μπροστά μας ένα «κοινωνικό δράμα» με θεατές και πρωταγωνιστές όλους μας. Η δραματοποιημένη αυτή έκφραση της κοινωνικής ζωής, που πολλοί κοινωνιολόγοι έχουν επισημάνει, έχει σχεδόν πάντα την ίδια δομή: τη δημόσια παραβίαση (σκάνδαλο), την κρίση (κοινωνική διαίρεση και διχασμός), την αποκατάσταση (αποδιοπομπαίοι τράγοι) και την επανενσωμάτωση (κοινωνική συνοχή).
Στη δεδομένη ελληνική πραγματικότητα δε γνωρίζουμε εάν η εξέλιξη του σημερινού κοινωνικού δράματος είναι αναπόφευκτη και νομοτελειακή. Εκείνο, όμως, που οφείλουμε να γνωρίζουμε και να πραγματώνουμε είναι ότι τα υποκείμενα της δράσης, εμείς, μπορούμε να παίξουμε σημαντικό ρόλο αναπτύσσοντας τις κατάλληλες στρατηγικές για να επιλυθεί η κρίση.
Επαναπροσδιορίζοντας, λοιπόν, το ρόλο μας και ορίζοντας το σκοπό της πολιτικής εξουσίας, υποστηρίζω ότι, σκοπός τής, μεν, πολιτικής είναι η προσαρμογή της στις απαιτήσεις της κοινωνίας όχι όπως είναι, αλλά όπως θα έπρεπε να είναι για μια καλύτερη μελλοντική κατάσταση και των, δε, ημών η αναγγελία του εκδημοκρατισμού της πολιτικής παράλληλα με την καταγγελία της αλλοτριωμένης πραγματικότητας. Μια πραγματικότητα η οποία, είναι αλήθεια, ότι καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την παράδοση των πεθαμένων γενιών και δρα σαν εφιάλτης πάνω στα μυαλά των ζωντανών. Είναι δύσκολο να γράψουμε τη δική μας ιστορία σε συνθήκες που δόθηκαν και κληρονομήθηκαν από το παρελθόν. Όχι, όμως, ακατόρθωτο, δεδομένου ότι η δομή που εδραίωσε το παρελθόν δεν παράγει μόνο εξαναγκασμούς, αλλά αποτελεί και ένα πλαίσιο στο εσωτερικό του οποίου ο καθένας μπορεί να αναπτύξει δράσεις για την αλλαγή του.
Καθήκον μας, επομένως, είναι να κάνουμε την υπέρβαση. Να επιδιώξουμε αυτό που αρμόζει στον κάθε άνθρωπο: την αξιοπρέπεια. Και αυτό θα γίνει μέσω της συμμετοχής μας στη λήψη αποφάσεων και στον προγραμματισμό της ζωής μας. Το έχω ξαναπεί: μεσσίες δεν υπάρχουν, ο μεσσιανισμός πέθανε. Αντιθέτως, αυτό που είναι αναγκαίο, είναι η συμμετοχή ενός ευρύτερου φάσματος εκπροσώπων στην πολιτική, κεντρική και τοπική σκηνή, που θα αντιπροσωπεύουν όσο το δυνατόν περισσότερο το κοινωνικό σύνολο, έτσι ώστε να υπάρχει εγκυρότητα στη διαμόρφωση πολιτικής πρακτικής. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα γίνει ευκολότερα αποδεκτή μια πολιτική που θα βγαίνει από μια μαζική συμμετοχή του κοινωνικού συνόλου. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα λειτουργήσει η ορθολογικότητα στη λήψη αποφάσεων και θα αναλάβουμε όλοι μας τις ευθύνες για την επιτυχία ή όχι του σκοπού μας.
Συμμετοχή, οργάνωση, αξιολόγηση, έργο. Αυτά είναι τα απαιτούμενα της περιρρέουσας ατμόσφαιρας. Δεν αρκεί πλέον να ορίζουμε τους πολίτες ως πολίτες, αλλά πρέπει να κάνουμε συγκεκριμένα πράγματα για να ζουν σαν τέτοιοι. Πρέπει να αλλάξουμε το νόημα της κοινωνικής κατάστασης και να υπαγορεύσουμε σε αυτή τις προθέσεις, τα κίνητρα και τα συμφέροντά μας. Γιατί στην κουλτούρα της σιωπής το να υπάρχεις σημαίνει μόνο να ζεις. Το σώμα εκτελεί διαταγές που έρχονται από πάνω.
Σήμερα και όχι αύριο είναι ανάγκη να κάνουμε ένα ιστορικό βήμα. Να προωθήσουμε τομές σε όλο το πολιτικό σύστημα και να δημιουργήσουμε μια εθνική πολιτική βάση με ισχυρά πλεονεκτήματα, αποτρέποντας έτσι την πολιτική εξουσία που ανέχεται μόνον όσους ήδη βολεύτηκαν στους δικούς της στενούς ορίζοντες και, απειλεί όσους τολμούν να ισχυρίζονται ότι τα πράγματα θα μπορούσαν και έπρεπε να είναι καλύτερα. Είμαι βέβαιος πως δε θα αργήσει η μέρα που τα θέματα της κοινωνίας θα τα διαχειρίζονται αυτοί που ο Πλούταρχος αναφέρει: «αμές δε γ’ εσσόμεθα πολλώ κάρρονες»(Εμείς όμως θα γίνουμε πολύ καλύτεροι).
ΥΓ. Έχω υποστεί κριτική επειδή στο γραπτό λόγο μου χρησιμοποιώ λόγια ποιητών και άλλων διανοούμενων και έτσι, δήθεν, δεν εκφράζω καθαρά τη δική μου άποψη. Η απάντησή μου σε αυτή την κακοπροαίρετη και ανούσια κριτική θα δοθεί με το ίδιο νόμισμα και είναι: «Αν κατάφερα να δω μακριά, αυτό το οφείλω στο γεγονός ότι στηρίχτηκα σε πλάτες γιγάντων»(Ισαάκ Νεύτων, 1675). Επομένως, αποδεδειγμένα ,η συγκεκριμένη στρατηγική λόγου αποτελεί έναν ορθολογικό τρόπο σκέψης και, ταυτόχρονα, οδηγεί στο «μακριά» και όχι στο κοντόφθαλμο που επιθυμούν μερικοί. Δε γεννηθήκαμε ως άγραφοι χάρτες και δε θα ανακαλύψουμε τώρα εμείς τη γη του Πυρός. Εμείς μπορούμε να συνθέτουμε τις υπάρχουσες γνώσεις και να τις ανασυνθέτουμε.
ΜΕΝΔΡΙΝΟΣ Ιωάννης
Σάββατο 22 Μαΐου 2010
ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ
η καλύβα ψηλά στο βουνό
- - Όποιος είναι βιαστικός στο φαγητό, στη ζωή, στον έρωτα, στη μουσική που ακούει…
- - Όποιος δε διαθέτει αρκετό (αν όχι άφθονο) χρόνο…
- - Όποιος δεν έχει ποτέ αμαρτήσει, κλάψει, πονέσει, αδικήσει, προδώσει, συχωρέσει, μετανοιώσει…
- - Όποιος νομίζει πως είναι άψογος - και η ζωή του τακτοποιημένη και ασφαλής…
- - Οι νεοφιλελεύθεροι, οι ηθικιστές αριστεροί και δεξιοί, οι ευσεβιστές χριστιανοί και μουσουλμάνοι, οι ξινοί και οι δυσκοίλιοι…
Όλοι αυτοί, το κομμάτι για τον Άκη Πάνου καλύτερα ας μη το διαβάσουν!
Οι αμαρτωλοί, μερακλήδες, ζαλισμένοι, πονεμένοι και οι αχάλαστοι ακόμα από τη ζωή - άντρες και γυναίκες- περάστε μέσα!
Πήγα στο γραφείο του Δημοσθένη γεμάτος ανησυχίες, αλλά αυτός κατάφερε να με ηρεμήσει: μου απέδειξε, με άψογα νομικά επιχειρήματα, ότι ο νόμος (πρόσεξα ότι απόφυγε να πει «το δίκιο») ήταν με το μέρος μου - και θα κερδίζαμε την υπόθεση. Ο αριστοτελικός λογισμός μου ψιθύρισε νοερά πως αφού δεν ήμουν νομικός, πως διάολο βρήκα τα επιχειρήματα του Δημοσθένη «άψογα»; Προτίμησα να τον αγνοήσω και να εμπιστευτώ τη νομική κρίση του, όπως αυτός εμπιστεύεται εμένα, όταν έρχεται στο ιατρείο μου.
Δεν τον γνωρίζω πολλά χρόνια, ούτε έχουμε μεγάλη οικειότητα μεταξύ μας. Μια αμοιβαία συμπάθεια, ναι. Ξαφνιάστηκα λοιπόν όταν, αφού έκλεισε τον κίτρινο φάκελο με τα έγγραφα που του προσκόμισα και έγραψε απέξω με μαύρο μαρκαδόρο το όνομά μου, είπε:
«Έχω μπαφιάσει σήμερα… θα βάλω ένα ουΐσκι, θα μου κάνεις παρέα;»
Κοίταξα το ρολόι μου και είπα ναι, κι εγώ το ήθελα ένα ποτό εκείνη την ώρα, άλλωστε το συνηθίζω, όταν αποχωρεί και ο τελευταίος ασθενής.
«Ακούς Άκη Πάνου;»
«Ακούω…»
«Τότε, άκουσε αυτό…»
Πληκτρολόγησε κάτι στο laptop που είχε μπροστά του, η μουσική ξεχύθηκε και γέμισε το χώρο.
(1) -----------------------
Μαθημέ στις κακουχί - άιντε φτου κι απ΄την αρχή
τις κουβέ και πειθαρχί - αδιόρθω αναρχί
Δεν προσκυ ποτέ κανέ - λένε όχι λέω ναι
στην κρεμά έχω ανέ - με κηδέ και ζωντανέ
Τι με νοιά αν θα με φά - θα πεθά που θα πεθά
δεν τρομά ο μελλοθά - με σταυρό και Γολγοθά
«Ωραία, ένας μεγαλοδικηγόρος κι ένας ας πούμε ευκατάστατος γιατρός, ακούνε τις αναρχικές μελωδίες ενός λούμπεν…»
Ο Δημοσθένης άφησε ανοιχτή την πόρτα του ψυγείου και γύρισε προς το μέρος μου, καθώς έσβηναν οι τελευταίες νότες του τραγουδιού.
«Πόσες ανακρίβειες μαζεμένες… Εγώ δεν είμαι μεγαλοδικηγόρος, δεν έχω το απαραίτητο επίπεδο παλιανθρωπιάς για κάτι τέτοιο… όσο για τον Άκη Πάνου, όχι μονάχα δεν ήταν λούμπεν, αλλά ήταν ο ορισμός του λαϊκού αριστοκράτη…»
«Μα τι λες; Αυτός δεν έφαγε τα πάντα στα καζίνα και στο τέλος έγινε και δολοφόνος;»
Ο νομικός μου παραστάτης δεν βιάστηκε να απαντήσει. Άλλο τραγούδι ακούστηκε:
(2) --------------------------------
Εφτά νωμά- σ’ ένα δωμά- που να ξαπλώ- να κλείσεις μα-
ο ένας πάει σινεμά - ο άλλος πέφτει και κοιμά-
ύπνος με βάρδια δηλαδή - στην πόρτα σύρμα για κλειδί
Εφτά νομά- δυστυχισμέ- σ’ ένα δωμά- φυλακισμέ-
δικαίως αγανακτησμέ- και με τα πάντα αηδιασμέ-
πώς τάχεις έτσι μοιρασμέ- ντουνιά ψευτοπολιτισμέ
Οι δυο δουλέ- απ’ τους εφτά -από τα χρέ - τι να προφτά-
σαν τα τσουβά - σαν τα σκουπί- εφτά νομά- χωρίς ελπί-
σ’ ένα δωμά- μισό γιαπί - ποιος να φωνά- και τι να πει
«Πρόσεξε την κοινωνική ανάλυση που κάνει ο λούμπεν, όπως λες, και πες μου, που διαφωνείς;»
«Δεν είπες ότι θα πιούμε κάτι;»
«Συγγνώμη… Στο μεταξύ, άκου κι αυτό…»
(3) -------------------------------
Πες μου παππού πες μου παππού, αυτός ο κόσμος πάει που
και του δικού σου του σκοπού μάθε μου την αξία
να το συλλάβω δε μπορώ, μυαλό δεν έχω κοφτερό
ήμουνα κι έμεινα μωρό στην κυριολεξία
Πες μου γιαγιά πες μου γιαγιά γιατί αν δεν έχουμε μαγιά
ό,τι κι αν κάνουμε γιαγιά η ζύμη δε φουσκώνει
και πες μου σε παρακαλώ όταν τ’ αλεύρι είναι καλό
πως αυγαταίνει το κιλό και βγαίνουνε δυο τόνοι
Πές μου μπαμπά πές μου μπαμπά τον κόσμο με τον αραμπά
γιατί να τον περάσεις. Τώρα δεν πιάνεται μπαμπά
πετάει τρέχει κολυμπά - μ’ ένα λαχάνιασμα μπαμπά
στη σκέψη και στις πράξεις
Πες μου μαμά πές μου μαμά γιατί όταν πάω σινεμά
ενώ αλλάζω σινεμά το έργο δεν αλλάζει
Έρχεται ο άγριος μαμά για νταηλίκι κι αχταρμά
ψήνει τον ήμερο μαμά τον τρώει και ησυχάζει
Πες τε μου όλοι σας καλέ, πως κάνουνε στο κυριλέ
πως κάνουνε στο κυριλέ τα πάντα οι μεγάλοι
και τα στραβόμοιρα καλέ τα κρύβουν σε Γεντί Κουλέ
έτσι και κάψουν αργιλέ και στρώσουνε κεφάλι
να χαχανίσουν τη ζωή -και τούτη κι όποια άλλη
Πρώτη φορά πρόσεξα τους στίχους αυτού του τραγουδιού. Άκου, να χαχανίσουν τη ζωή και τούτη κι όποια άλλη…
«Ποιος δίσκος είναι;»
Ο Δημοσθένης έφερε προς το μέρος μου το δίσκο που ετοίμαζε: μαύρο Jhonny, σόδες, ποτήρια, ξηροί καρποί.
«Τρώγε άφοβα, είναι ελληνικοί και πρώτης ποιότητος… Είναι από το “ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ”, ζωντανή ηχογράφηση του 1989. Τον έβγαλε ο Χατζιδάκις, στην εταιρεία του, το “ΣΕΙΡΙΟ”»
«Δεν το ήξερα αυτό το τραγούδι… δηλαδή το είχα ακούσει, αλλά δεν το είχα προσέξει»
«Ουδείς άσφαλτος, όπως είπε η σύγχρονη Διοτίμα… Ο Άκης Πάνου γεννήθηκε φτωχός, σε μια πάμφτωχη, κατεστραμμένη Ελλάδα. Αναγκάστηκε να παρατήσει το σχολείο νωρίς, είναι του δημοτικού - και να παλέψει σκληρά για την επιβίωση, τα χρόνια της κατοχής και τα κατοπινά. Η φτώχεια του είχε γίνει βραχνάς, το έλεγε με τα τραγούδια του»
(4) -------------------------------
Τον έρωτα φαρμάκωσ’ η μιζέρια
κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά
δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια
και έγιν’ η ζωή τόσο βαριά
Θα κλείσω τα μάτια, θ’ απλώσω τα χέρια
μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ’ τη μιζέρια
θα πάρω τη στράτα κι εγώ τη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια και όπου με βγάλει
Που να βρεθεί ντροπή να με κρατήσει
στη λάσπη και στην ξύλινη σκεπή
τη φτώχεια που μας έχει γονατίσει
τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή
«Βλέπω ότι είχε μια έντονη τάση να ξεφύγει…»
«Ναι, και μπόρεσε να το κάνει με το τραγούδι. Αλλά πάντα θυμόταν ποιος είναι, από πού ξεκίνησε… έχει κάνει στα 1977 ένα καταπληκτικό δίσκο, το “ΠΑΡΩΝ!” με πολύ ενδιαφέρουσες ενορχηστρώσεις, από τον οποίο ακούστηκε μονάχα το μεγάλο σουξέ, “Ο ΤΡΕΛΟΣ”… Αλλά, άκουσε καλύτερα τα τραγούδια, ο Μητσιάς δίνει τα ρέστα του…»
Ο Δημοσθένης αύξησε την ένταση του ήχου:
(5) ---------------------------
Δε σ’ έμαθαν να ζεις ούτε και να γελάς
σε μάθανε να κλαις και να παρακαλάς
σε μάθαν να πονάς και να σωπαίνεις
σε μάθαν να γιορτάζεις που πεθαίνεις
δε σου ‘δωσαν ποτέ το χέρι στοργικά
μια γέννα τη στιγμή και δέκα φονικά
δε σ έμαθαν να λες αδέρφια τους λαούς
σου δώσανε σπαθί και δώδεκα θεούς
«Γιατί δεν ακούστηκαν αυτά τα τραγούδια;»
«Τι να σου πω… η εποχή ήθελε άλλα - ίσως πάλι γιατί ο Πάνου δεν είχε καμιά σχέση με τα παντοδύναμα τότε κόμματα, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ…»
«Ήταν πάντα αναρχικός;»
«Ήταν πάντα λύκος… μοναχικός λύκος! Αλλά τον ένοιαζε και με το παραπάνω τι γίνεται στην κοινωνία»
(6) ------------------------
Καίγεται η πίκρα μες τη φλόγα της ζωής
και μένουν τα χέρια να δουλεύουν το ληστή
χαρά και φως δεν καρτερούν μάτια που ‘χουν τυφλωθεί
και δάφνες απλώνονται στο διάβα του ληστή
Πίνουν το μίσος και το φόβο προσκυνούν
μικραίνουν και χάνονται στη δόξα των θεών
διψούν κι αφήνουν το νερό στο ρυάκι να κυλά
σπονδή απ’ τον άνθρωπο για τους θνητούς θεούς
Φτύνουν τη μοίρα που υφαίνουν μοναχοί
τα κάστρα γκρεμίζουν - θα τους γίνουν φυλακές
οργή μαχαίρι και φωτιά δώρα από μικρούς θεούς
τα κράτησαν οι άνθρωποι - και πνίγετ’ η ζωή
«Διψούν κι αφήνουν το νερό στο ρυάκι να κυλά;»
«Ξαφνιάστηκες… Ο Πάνου δε μπορούσε να κάνει χωριό με τα κόμματα, την εντεταλμένη πράσινη ή κόκκινη ή γαλάζια αισιοδοξία τους»
«Ανέλυε τα πράγματα με μεγάλη δύναμη σκέψης, ήταν ανατρεπτικός, αλλά ήταν και βαθειά απαισιόδοξος…»
«Ακριβώς. Δε μπορούσε να γράψει τραγουδάκια στο στυλ θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες - τότε τα κόμματα θα τον έκαναν θεό, αλλά δεν θα ήταν πια ο εαυτός του»
«Ένσταση, για το στίχο του Μάνου Ελευθερίου…»
«Δεκτή, κύριε πρόεδρε… ίσως…»
(7) ------------------------------
Την κοινωνία που τηνε σπρώχνουν στον κατήφορο τα λάθη
κι αργοπεθαίνει μες την ψευτιά, την αμαρτία και τα πάθη
την κοινωνία που για το αύριο την πνίγει η αγωνία
τι ειρωνεία, εμείς τη φτιάξαμε, αυτή την κοινωνία
Την κοινωνία που και πιστεύει και παλεύει και ελπίζει
μ’ αυτό που χτίζει, από τη μοίρα της σπρωγμένη το γκρεμίζει
την κοινωνία που για το αύριο την πνίγει η αγωνία
τι ειρωνεία, εμείς τη φτιάξαμε αυτή την κοινωνία
«Τι έχεις να πεις;»
«Απόλυτη διαύγεια για την αιτία του κακού: βρίσκεται μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο!»
«Με άλλα λόγια, αυτά που είπαν οι Beatles: μη θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο, άλλαξε πρώτα τον εαυτό σου… γιατί αν αλλάξεις τον εαυτό σου, τότε θα φτιάξεις κι ένα καλύτερο κόσμο»
«Με συγχωρείς, αρχίδια θα φτιάξεις…»
«Σ’ αυτό συμφωνώ, τώρα, στα 2005. Η προσέγγιση του δικού μας δεν είναι καθόλου αισιόδοξη - είναι πολύ πιο κοντά στη φύση των πραγμάτων… Δες όμως πόσο επίκαιρο είναι αυτό το τραγούδι - παίζει και ο Γιώργος Ζαμπέτας στην εισαγωγή, γιατί δε μπορούσε να βγάλει το θέμα ο μπουζουκτσής του δίσκου»
(8) ---------------------------------
Κι αν θα μου πεις πως ειν’ αλλιώς, το ίδιο κάνει
φτωχοζητιάνοι μένουν κάποιοι σαν κι εμάς
δικαιοσύνης ταπεινοί φτωχοζητιάνοι
κι αν θα μου πεις πως είν’ αλλιώς το ίδιο κάνει - το ίδιο κάνει…
Κι αν θα μου πεις πως είναι αλλιώς, το ίδιο θα ναι
οι δυνατοί θα μας μετράνε τη ζωή
τα μονοπάτια που μας δείχνουν θα τραβάμε
τι αν θα μου πεις πως είναι αλλιώς το ίδιο θάναι - το ίδιο θάναι…
Κι αν θα μου πεις πως είν’ αλλιώς, τι θα κερδίσεις
θα γονατίσεις κάποια δύσκολη στιγμή
και από σίδερο αν είσαι θα λυγίσεις
κι αν θα μου πεις πως ειν’ αλλιώς, τι θα κερδίσεις - τι θα κερδίσεις…
«Όσο υπάρχει εκμετάλλευση…»
«Όσο υπάρχουν άνθρωποι, σύντροφε…»
Δε γελάσαμε. Ο Δημοσθένης έδωσε με το ποντίκι εντολή για το επόμενο τραγούδι.
(9)--------------------------
Το φαρμάκι φτάνει κάποτε στα χείλη
και απ’ το στόμα βγαίνει ο λόγος ο πικρός
αγανάκτηση, απόγνωση, σκαμπίλι
από κείνον που δικάστηκε μικρός
Το φαρμάκι φτάνει κάποτε στο στόμα
και δε νοιώθεις πια το φόβο κανενός
δεν πονάει το ταλαίπωρο το σώμα
όταν είσαι πεθαμένος ζωντανός
Το φαρμάκι κάποια μέρα ξεχειλίζει
πλημμυρίζει την ψυχή η απελπισιά
κι όταν πάψει ο πονεμένος να ελπίζει
για το σύμπαν χαλαλίζει μια βρισιά
«Για το σύμπαν χαλαλίζει μια βρισιά; Τι λέει, ρε;»
«Δεν του φταίει μονάχα ο ανθρώπινος, αλλά και ο συμπαντικός Λόγος…»
«Είναι υπερβολικός! Ο συμπαντικός Λόγος…»
«Μια μαλακία είναι ο συμπαντικός Λόγος, όταν είσαι στην αποκάτω μια ζωή… δεν είναι όλοι σε θέση να κάνουν σαν κι εμάς, κριτική πολυτελείας… μη σου πω πως δεν είναι οι περισσότεροι σήμερα, στη χώρα μας… κι αν επιμένεις, άντε να μιλήσεις για συμπαντικό Λόγο σ’ αυτούς που καίνε αυτές τις νύχτες το Παρίσι!»
«Αυτό δεν αναιρεί την αξία του Λόγου!»
«Επαναλαμβάνω: οι από κάτω τον έχουν χεσμένο το Λόγο - και καλά κάνουν! Γιατί νοιώθουν, χωρίς να μπορούν να το πουν με λόγια, ότι ο συμπαντικός Λόγος τους κρατάει στο χάλι που βρίσκονται… Και ο αληθινός λαϊκός βάρδος το καταλαβαίνει αυτό, ας είναι πια οικονομικά με τους αποπάνω - και το εκφράζει λιτά αλλά καίρια - για το σύμπαν χαλαλίζει μια βρισιά…»
«Δεν έχω ακούσει πιο σπαραχτική βλαστήμια απ’ αυτή… τουλάχιστο σε τραγούδι…»
«Τα τραγούδια του Άκη Πάνου συνήθως καθρεφτίζουν χωρίς αλλοιώσεις το είναι του δημιουργού τους… Άκουσε τι λέει γι αυτά…»
(10)----------------------------
Είν’ τα τραγούδια μου τραγούδια λυπημένα
πάνω στο κέφι του δεν τάπιασε κανείς
είναι με δάκρια πικρά πλημμυρισμένα
είν’ τα τραγούδια της καρδιάς της ορφανής
Περπατώ στις γειτονιές και μαζεύω τους καημούς
και με νότες λυγμούς τι τραγούδι να γράψω
αν γελάσει η ζωή θα γελάσω κι εγώ
όταν κλαίει η ζωή πως μπορώ να μην κλάψω;
Μακάρι νάταν η ζωή μας πανηγύρι
νάταν της πίκρας το ποτήρι αδειανό
και των ονείρων το λευκό το τρεχαντήρι
να ‘βρισκε δρόμο μέσα στον ωκεανό
«Και των ονείρων το λευκό το τρεχαντήρι…»
«…να ‘βρισκε δρόμο μέσα στον ωκεανό. Εξακολουθείς να ξαφνιάζεσαι, βλέπω…»
«Αρχίζω και ανησυχώ, αν ο δικηγόρος μου ακούει τέτοια τραγούδια, δεν πρόκειται να την κερδίσουμε τη ρημάδα τη δίκη…»
Ο Δημοσθένης γέλασε με την καρδιά του.
«Μην ανησυχείς, είμαι απόλυτα αλλοτριωμένος… μην κοιτάς απόψε… Δε μπορούμε να κάνουμε μια εξαίρεση, βρε αδερφέ;»
«Αν μπορούμε, λέει… Βάλε!»
Το εκλεκτό ποτό κελάρυσε στα βαριά κρυστάλλινα ποτήρια.
«Αν μας έβλεπε ο Άκης να ακούμε τα τραγούδια του από laptop…»
«Απλώς τεχνικό θέμα… Γλιτώνω τη φασαρία των δίσκων και έχω απόλυτη ευελιξία στην επιλογή των τραγουδιών…»
(11)
Ιώδιο, καίσιο, στρόντιο -το νέφος ευρύ κι υπερπόντιο
Δεν είναι τουφέκι, ακόντιο - ιώδιο καίσιο, στρόντιο
Ιώδιο, στρόντιο, καίσιο - το μέλλον του κόσμου απαίσιο
καλοί και κακοί μες το πλαίσιο - ιώδιο, στρόντιο, καίσιο
Το άμεσο τέλος ελπίδα μας - και συ αφροσύνη πυξίδα μας
εσύ επιστήμη ελπίδα μας - εμπόδια είμαστε, ΠΗΔΑ ΜΑΣ!
«Βλέπεις ότι είχε ξεκάθαρη άποψη και για το ρόλο της επιστήμης στο σύγχρονο κόσμο - ένας επιστημολόγος, αναλυτής, φιλόσοφος - θα χρειαζόταν εξήντα σελίδες για να πει αυτό που λέει ο Πάνου με δυο λέξεις…»
«Εντάξει, αλλά φτάνει με τα κοινωνικά και τα πολιτικά! Το κάναμε εδωπέρα φεστιβάλ του απογοητευμένου αναρχικού…»
«Δεν έχεις άδικο. Θα σε πάω σε μια άλλη κατηγορία, τα λέω τα τραγούδια της αυτογνωσίας…»
«Τα ποια;»
«Είναι πολλά, ας ξεκινήσουμε με ένα κεφάτο, ειρωνικό…»
(12)--------------------------------
Άνοιξε Πέτρο άνοιξε, να μπω να ξαποστάσω
από τη Γη στον ουρανό σκοτώθηκα να φτάσω
τι παριστάνεις τα ες - ες και μου γυρεύεις πάσσο;
Θα μ’ αναγκάσεις τελικά το στόμα να χαλάσω.
Τι εισιτήριο ζητάς και πώς να στο πληρώσω;
εδώ δεν αξιώθηκα τα χρέη μου να δώσω.
Ήρθα για να ξεκουραστώ δεν ήρθα να μαλώσω
τι εισιτήριο ζητάς και πώς να στο πληρώσω;
Άνοιξε στον Πανάγαθο να μπω να μαρτυρήσω
κι αν θα μου βρει παράπτωμα με ξαναστέλνεις πίσω
ξέρω καλά τι θα του πω και πως θα καθαρίσω
και …λέγε ποιος με κάρφωσε στα μούτρα να τον φτύσω.
Ώσπου να βρεις το φάκελο εγώ θα ξεπαγιάσω
βάλε με στου παράδεισου τον κήπο να πλαγιάσω
φέρε και καναδυό ουρί να το διασκεδάσω
ή …πες μου που είν’ η κόλαση να πάω εκεί ν’ αγιάσω
Μόνο ο Παντοκράτορας θα πει αν είμαι εντάξει
οργίασα με το μυαλό μα ελάχιστα στην πράξη
κι αν θα με κρίνει ένοχο αυτός θα με πατάξει
εσύ ΄σαι σκέτος θυρωρός και να κρατάς την τάξη.
Στον κόσμο όσο περπάτησα, λαδιές δεν έχω κάνει
εξόν από κανα πιοτό κι από κανα φουστάνι
και μια φορά αγανάκτησα με κάποιον παπά -Γιάννη.
Αν λέν πως βαριαμάρτησα υπάρχουν και ρουφιάνοι
«Εξόν από κανα πιοτό κι από κανα φουστάνι…»
«Ο Πάνου δε δίσταζε να βάζει στα τραγούδια του δύσκολες έννοιες, όπως του χρόνου και να τις ζυμώνει με το υπαρξιακό του δράμα, πάντα με την απλούστερη έκφραση, που σημαίνει ότι είχε χωνέψει απόλυτα αυτά που ήθελε να πει»
(13)-----------------------------
Άντε να περάσει η μέρα
και να ‘ρθεί το δειλινό
άντε να περάσει η νύχτα
και να ‘ρθεί το πρωινό
Δεν τηνε θέλω τούτη την παλιοζωή
πότε θ’ αφήσει το ταλαίπωρο κορμί μου
δε μελετάω τη δική σας τη ζωή
μοιριολογάω την αχάριστη ζωή μου
-την παλιοζωή μου!
Άντε να περάσει η ώρα
και να έρθει το πρωί
κράτα να περάσουν μέρες
κράτα να περάσουν νύχτες
κράτα να περάσουν χρόνια
- να περάσει κι η ζωή
«Μοναχικός λύκος…»
«Με πλήρη αίσθηση αυτού που συνιστά την τραγικότητα της ύπαρξης: να μετέχεις στις έννοιες και ταυτόχρονα να τις βιώνεις… ελάχιστοι είναι σε θέση να μετουσιώσουν αυτή την ύψιστη ανθρώπινη τραγωδία σε καλλιτεχνικό έργο…»
«Εκτός αν είναι μοναχικοί αλλά ταλαντούχοι, πανέξυπνοι και ευαίσθητοι λύκοι, σαν τον Πάνου…»
«Ακριβώς! Δες τι χνάρια άφηνε…»
(14)--------------------------
Δεν είναι ο κόσμος φίλος μου - ούτε κι εγώ του κόσμου
άλλος του κόσμου ο Θεός -και άλλος ο δικός μου
Δεν περιμένω τίποτα - από το να πεθάνω
ν’ αδειάσει η κούπα του καημού - και η γωνιά που πιάνω
«Πάντα απαισιόδοξος…»
«Λάθος, φίλε μου. Πάντα μηδενιστής, όταν ασχολείται με τον εαυτό του… Αν για την κοινωνία αφήνει ένα περιθώριο, με τον εαυτό του είναι σκληρός, απόλυτος…»
(15)---------------------------
Η ζωή μου όλη είναι μια ευθύνη
όλα μου τα παίρνει, τίποτα δε δίνει
η ζωή μου όλη είν’ ένα καμίνι
που έχω πέσει μέσα και με σιγοψήνει
Η ζωή μου όλη μια ανοησία
κι η μοναδική μου η περιουσία
η ζωή μου όλη είναι μια θυσία
που σκοπό δεν έχει, ούτε σημασία
Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο
που δεν το γουστάρω κι όμως το φουμάρω
κι όταν γίνει γόπα, κέρασμα στο Χάρο
όταν έρθει η ώρα να τονε τρακάρω.
Η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη μας τάραξε την ψυχή, όπως ξεχυνόταν αυτοκρατορική από τα πανάκριβα ηχεία του δικηγορικού γραφείου. Ωστόσο, θυμήθηκα κάτι σημαντικό.
«Με συγχωρείς, πρέπει να τηλεφωνήσω…»
Πήρα το σπίτι μου, άκουσα τα μικρά να μαλώνουν ποιο θα πρωτοαρπάξει το ακουστικό, τελικά ήρθε η μαμά τους.
«Είμαι στου Δημοσθένη, θα αργήσω λίγο…»
«Εντάξει μωρό μου…»
Πρόσεξα το χαμόγελο στα χείλη του Δημοσθένη.
«Εσύ δηλαδή δεν παίρνεις να ειδοποιήσεις τη γυναίκα σου ότι θ’ αργήσεις;»
«Με τη γυναίκα μου είμαστε στη φάση που ο ένας αγνοεί εντελώς τον άλλον… Τι λέγαμε;»
«Ότι ο Πάνου ήταν σκληρός με τον εαυτό του…»
(16)------------------------------
Δεν θέλω τη συμπόνοια κανενός
τον έζησα τον κόσμο και τον είδα
είν’ η καρδιά μου μαύρος ουρανός
που κρύβει κεραυνούς και καταιγίδα
Την ώρα που ξεχείλισε ο πόνος
την ώρα που με πνίγει ο καημός
αυτή την ώρα θέλω νάμαι μόνος
δε θέλω τη συμπόνοια κανενός
Με της αχαριστίας το νερό
πόσες φορές δε μου ΄βρεξαν τα χείλη
ακόμα κι η γυναίκα π’ αγαπώ
ακόμα κι οι καλύτεροί μου φίλοι
«Καλά, δεν είχε φίλους, κύκλο, δικούς του ανθρώπους;»
«Ας σου απαντήσει το τραγούδι του καλύτερα»
(17)------------------------------
Απ΄ τους πολλούς μου φίλους κι απ’ όλους τους δικούς μου
όπως ο εαυτός μου δε μ’ αγαπάει κανείς
είμαστε ένα πράγμα, μια σκέψη και μια ζήση
και δε θα μ’ αγαπήσει όπως αυτός κανείς
Ο πιο καλός μου φίλος, ο πιο πολύ δικός μου
ο πιο πολύ δικός μου, είναι ο εαυτός μου
ο πιο καλός μου φίλος είναι ο εαυτός μου
Απ’ τους πολλούς εχθρούς μου που με μισούνε τόσο
μόνο τον εαυτό μου φοβάμαι αληθινά
αυτός μονάχα θέλει να με καταδικάσει
και για την ίδια πράξη να δικαστώ ξανά
Ο πιο καλός μου φίλος κι ο πιο κακός εχθρός μου
είναι ο εαυτός μου, είναι ο εαυτός μου
ο πιο καλός μου φίλος κι ο πιο κακός εχθρός μου
«Εδιζισάμην εμεωυτόν… ξέρεις ποιος το είπε;»
«Ξέρω, που να μην ήξερα…»
«Βρε Δημοσθένη, δεν είχε κανένα ικανό να τον καταλάβει και να σταθεί πλάι του ως φίλος και συνομιλητής; Τόσο μεγάλη ιδέα είχε για τον εαυτό του;»
«Ξέρεις τον κόσμο και τον ζεις, όπως τον ξέρω και τον ζω κι εγώ… Με πόσους από τους φίλους σου μπορείς να συζητάς το υπαρξιακό σου δράμα;»
«Τώρα πια… με κανέναν…»
«Άρα, κάποτε μπορούσες… κάτι είναι κι αυτό… Ο Πάνου ήταν πάντα ολομόναχος σ’ αυτό το πεδίο… Είχε επίγνωση της ανωτερότητας και της αξία του ως καλλιτέχνης, αλλά και της κατάρας που των κυνηγούσε και τον έλειωνε…»
«Τι εννοείς;»
«Άκου αυτό…»
(18)-------------------------------
Δεν είναι εύκολο ν’ αλλάξεις - όταν χαλάσεις εντελώς
δεν έχεις μάτια να κοιτάξεις - ποιος είν’ ο δρόμος ο καλός.
Για μένα ο δρόμος είναι δρόμος - στον εαυτό σου έτσι λες
τι πα να πει βρωμιά και πόνος - κατήφορος και προσβολές.
Για σένα ο δρόμος είναι δρόμος - τι πα να πει είναι στραβός
ποιο θάναι το φινάλε όμως - δεν το μαντεύεις ακριβώς
Δεν είναι εύκολο ν’ αλλάξεις - έχει κι η λάσπη ηδονή
και με τη λάσπη θες να φτιάξεις - αγάπη σαν αληθινή
«Αγάπη σαν αληθινή… Αλλά κι ο άνθρωπος αλλάζει, δε μένει ο ίδιος!»
«Έλα που δεν αλλάζει… από την εφηβία και μετά μένει για πάντα ο ίδιος μαλάκας… Με ποιόν να τα κουβεντιάσει όλα αυτά; Μονάχα με τον εαυτό του μπορούσε, αλλά το δράμα του ήταν ότι ένοιωθε πάντα δέσμιος της κοινής λογικής και της κοινής γνώμης»
(19) ποσα πρέπει καραντινης
Να ‘χα τη δύναμη να κάνω κάποιο λάθος
και στο φινάλε να μη ντρέπομαι γι’ αυτό
να ‘χα τη δύναμη να κάνω κάποιο λάθος
και να μη θέλω απ’ τον κόσμο να κρυφτώ
Να ‘χα τη δύναμη να κάνω το δικό μου
στον εαυτό μου να μη λέω μη και μη
να χαστουκίσω μια φορά το λογικό μου
και ας πληρώσω σ’ οποιαδήποτε τιμή
Να ‘χα τη δύναμη να πω «έτσι μ’ αρέσει»
χωρίς να σκέφτομαι την κρίση του αλλουνού
παλιοζωή με πόσα «πρέπει» μ’ έχεις δέσει
με πόσα «πρέπει» μου παράλυσες το νου
«Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα έκανε μια νορμάλ ζωή…»
«Όπως κάνεις εσύ κι εγώ… έκανε νορμάλ ζωή κι αυτό του έτρωγε τα σωθικά, όπως τρώει τα δικά σου και τα δικά μου…»
Έπεσε σιωπή για λίγο. Μπαίναμε σε γλιστερά μονοπάτια.
«Δεν είμαι ακόμα έτοιμος γι’ αυτή τη συζήτηση… Βάλε νερό της φωτιάς, βάλε και τραγούδι!»
«Έγινε!»
(20)
Στο θολωμένο μου μυαλό - ο κόσμος είναι μια σταλιά
κάτι σκιές απ’ τα παλιά -και κάποιο πάθος μου τρελό
στο θολωμένο μου μυαλό
Το θολωμένο μου μυαλό - μ’ έχει προδώσει προ πολλού
του λέω αλλού και τρέχει αλλού -με κάνει να παραμιλώ
το θολωμένο μου μυαλό
Του θολωμένου μου μυαλού - τους εφιάλτες τραγουδώ
κι αν σας επίκρανα ως εδώ - φταίει το πάθος του τρελού
του θολωμένου μου μυαλού
«Μοιραία, η αντίθεση με την κοινωνική σύμβαση οδηγεί στην τρέλα…»
«Πιο σωστά, στην επίκληση της τρέλας και της αναχώρησης, ως το ουτοπικό βασίλειο της πολυπόθητης ελευθερίας από τα δεσμά και τους καταναγκασμούς που συνεπάγεται η ζωή - με τους άχρηστους και κακούς ανθρώπους…»
(21)
Μη ζητάς να βρεις καλό - μπέσα μη ζητάς
στων ανθρώπων τις καρδιές - μέσα μη κοιτάς
Οι μισοί καλοί - σε μοναστηριού κελί
κι οι άλλοι σε τρελάδικο - από κακό κι απ’ άδικο
Μη ζητάς να βρεις καλό - μη βαρυγκομάς
και τα πάθη η ζωή - τα ‘φτιαξε για μας
«Χωρίς επιστροφή;»
«Χωρίς! Η τέχνη σου δίνει αυτή τη δυνατότητα, να είσαι απόλυτος - αυτό δηλαδή που σου αρνιέται η ζωή… Αν ο Άκης Πάνου δεν είχε τη δυνατότητα να ξορκίζει την τρέλα με το τραγούδι, ποιος ξέρει τι εξέλιξη θα είχε… Μπορεί και να γινόταν ένας καθωσπρέπει εργολάβος, μπορεί και να αυτοκτονούσε… Θα περίμενα από σένα να εντοπίσεις και να σχολιάσεις την καθαρόαιμη ηρακλείτεια αντίληψη του Πάνου για τη σχέση καλού -κακού στον κόσμο, αλλά άστο, άλλη φορά…»
(22)
Ασ’ τον τρελό στην τρέλα του και μη τον συνεφέρεις
τι κρύβει μέσα το μυαλό ενός τρελού δεν ξέρεις
Μπορεί να βρει στην τρέλα του αυτά πούχει ποθήσει
και που δεν αξιώθηκε να δει και ν’ αποκτήσει
Ας τον τρελό στην τρέλα του, άστονε στ’ όνειρό του
τον κόσμο αυτό σιχάθηκε κι έφτιαξε ένα δικό του
«Μισάνθρωπος;»
«Ούτε γι’ αστείο! Προστατευτικός, τρυφερός… δεν ήθελε να πικραίνει τους άλλους με τη δική του απελπισία…»
(23)
Μείνε πίκρα στην καρδιά μου και μη βγαίνεις
μη πικραίνεις και των άλλων τις καρδιές
τις χαρούμενες στιγμές τους μη μικραίνεις
μείνε πίκρα στην καρδιά μου και μη βγαίνεις
Μείνε πίκρα στην καρδιά κι ας με πληγώνεις
ας σκοτώνεις το κορμί μου και το νου
σκότωσέ με, αλλά μη με ταπεινώνεις
μη με ρίχνεις μπρος στα μάτια του αλλουνού
Μείνε πίκρα στην καρδιά και οι μονομάχοι
δε ζητάνε παρηγόρια και φιλί
μες το αίμα τους ο θάνατος υπάρχει
κι απ’ το τέλος τίποτ’ άλλο πιο πολύ
«Δημοσθένη, με έχεις ισοπεδώσει…»
«Εγώ;»
«Εσύ, αυτός, το Jhonny…»
«Εντάξει, θα σε πάω τότε σε μια άλλη περιοχή, διαφορετική: τον έρωτα»
«Επιτέλους!»
«Μη βιάζεσαι να πανηγυρίσεις. Ο έρωτας του Άκη Πάνου δεν είναι ο γλυκός, παιδιάστικος και απλοϊκός έρωτας των άλλων στιχουργών…»
«Ποιών;»
«Μπορεί να συγκριθεί μονάχα με τους μεγάλους: Γκάτσο, Παπαδόπουλο, Παπαγιαννοπούλου…»
«Και;»
«Στο λαϊκό ερωτικό τραγούδι ο στίχος του δεν έχει το ταίρι του σε επίπεδο μαστοριάς. Κάθε φορά νομίζεις ότι παίζεται μπροστά σου ένα μικρό θεατρικό έργο - και είναι τόσο δυνατές οι εικόνες που πανεύκολα ο ακροατής ταυτίζεται και πρωταγωνιστεί ο ίδιος! Με άλλα λόγια, το τραγούδι λειτουργεί απόλυτα… Αλλά είναι πάντα ο ίδιος δημιουργός - αληθινός, αρνιέται να βάλει λουλουδάκια και συννεφάκια, είναι πικρός, δεν ωραιοποιεί, δε φαντασιώνεται, δε χάνει από τα μάτια του ολόκληρο το ματωμένο πεδίο της ζωής, ξέρει πολύ καλά τι θα γίνει την άλλη μέρα… Είναι ο μεγάλος ποιητής του χωρισμού στο λαϊκό τραγούδι…»
(24)
Ως την ώρα που θα φύγω θέλω να ΄μαστε αγκαλιά
θα πονέσουμε πιο λίγο μεθυσμένοι απ’ τα φιλιά
Δώσμου να πιω κι άλλο λίγο κι άλλο λίγο
Δώσμου να πιω ξημερώνει και θα φύγω
Της αγάπης το μεθύσι θα τελειώσει το πρωί
η αυγή θα μας χωρίσει και θ’ αλλάξουμε ζωή
Στο ρολόι τρέχει η ώρα να μας φέρει χωρισμό
και με τα φιλιά σου τώρα ξεγελάω τον καημό
«Τι είναι πιο σπουδαίο; Ο έρωτας - ή να αγαπάς τον άλλον;»
«Το ένα είναι η λαχτάρα της ψευδαίσθησης του μη πεπτοκότως, του απολύτου - το άλλο η συνάφεια με το πρόσωπο… και τα δυο είναι σπουδαία και απαραίτητα!»
«Τι είναι αυτό που σου αναδεικνύει καλύτερα την τραγικότητα - ο έρωτας ή η αγάπη;»
Ο Δημοσθένης με κοίταξε συλλογισμένος.
«Η πτώση από τον απόλυτο έρωτα στην αγάπη, το σημείο της απώλειας είναι ακριβώς το σημείο της απόλυτης απόγνωσης… Καπνίζεις;»
«Όχι, εδώ και δυο χρόνια. Αλλά δεν το κατάλαβα αυτό που είπες…»
«Εγώ τρία… αλλά συντηρώ αυτά τα partagas, για κάτι τέτοιες βραδιές»
Ανάψαμε τα πούρα. Δε μπόρεσα να αποφύγω τη σκέψη πως αν με έβλεπε η γυναίκα μου θα με απόπαιρνε, αλλά αυτό δε με αποθάρρυνε.
«Θα προσπαθήσω να το εξηγήσω μ’ ένα παράδειγμα… Όσο θα καπνίζουμε και θα ακούμε, θα σου αφηγηθώ μια μικρή ιστορία…»
Κάθισα πιο αναπαυτικά στην πολυθρόνα.
(25)
Δεν κλαίω που φεύγεις - δεν κλαίω για τώρα
δεν κλαίω την ώρα - του αποχωρισμού
Κλαίω την ώρα του γυρισμού
κλαίω την ώρα του σπαραγμού
κλαίω για την ώρα που δε θα ΄χω πια
ψυχή να σου πω σ’ αγαπώ.
Κλαίω την ώρα του γυρισμού
με τα σημάδια του χαλασμού
κλαίω για την ώρα που δε θα ΄χω πια
ψυχή να σου πω σ’ αγαπώ.
Δεν είν’ από ζήλια - που σφίγγω τα χείλια
και κλαίω μπροστά σου - χωρίς να ντραπώ
«Ήτανε, καληώρα, Νοέμβρης, αρχές της δεκαετίας του ‘90. Το πρωί στο Πανεπιστήμιο η Πηγιώ θυμήθηκε τα γενέθλιά μου. Ξεκίνησε από τη σχολή της και ήρθε ως τη Νομική. Μου είχε πάρει και δώρο: μια καλόγουστη τσιμπίδα για γραβάτα, απ’ αυτές που πιάνεις μαζί τη γραβάτα και το πουκάμισο - και μένει η γραβάτα στη θέση της. - Να τη φοράς και να με σκέφτεσαι… μου είπε. Άπλωσε τα χέρια της και έπιασε τα δικά μου. Ένοιωσα τη θέρμη της να μεταφέρεται στο σώμα μου, αλλά προσπάθησα να μείνω ψυχρός… Με αγκάλιασε, με φίλησε - ένα φιλί που αναγκάστηκα να διακόψω βιαστικά, καθώς κάποιος χτυπούσε την πόρτα του γραφείου. Ήταν δυο φοιτητές, που ήθελαν κάτι να ρωτήσουν. Η Πηγιώ έφυγε, στεναχωρημένη. Όταν έμεινα μόνος συνειδητοποίησα ότι περίμενε να της προτείνω να βρεθούμε - για να γιορτάσουμε μαζί. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα το είχα κάνει. Αλλά τώρα πια κυριαρχούσε στο μυαλό και την ψυχή μου η εικόνα της Ελισάβετ. Της είχα τηλεφωνήσει και για να την πείσω να βγούμε και επειδή την έβλεπα να δυσκολεύεται, της είπα πως έχω γενέθλια. Ήρθε στο γραφείο, εδώ που είμαστε τώρα, λίγο μετά που τελείωσα τη δουλειά. Αεράτη, πανέμορφη, χαμογελαστή. - Χρόνια σου πολλά! ευχήθηκε και με φίλησε στο μάγουλο. Μείναμε αγκαλιασμένοι (τρόπος του λέγειν) το ένα όγδοο του χρόνου που είχε κρατήσει το αγκάλιασμα της Πηγιώς. Μου έδωσε το δώρο μου - μια πανάκριβη, πανέμορφη γραβάτα. Στο σημείο αυτό έγινε η πρώτη μοιραία κίνηση: Φόρεσα τη γραβάτα Έλλης και την στερέωσα με το δώρο της Πηγιώς. Στο κάτω κάτω και οι δυο ήταν φοιτήτριες στο τρίτο έτος του Ιστορικού της Φιλοσοφικής. Αλλά, τόσο διαφορετικές γυναίκες…»
(26)
Ήταν ψεύτικα τα γλυκόλογά της όλα -ήταν ψεύτικα
Βρήκα την καταστροφή μου κι ερωτεύτηκα -όλα ψεύτικα
Ήταν κάλπικα τα φιλιά που μου πουλούσε -ήταν κάλπικα
Κι όταν είδα την αλήθεια πόσο ντράπηκα -όλα κάλπικα
Ήταν θάνατος το πιοτό που με κερνούσε -ήταν θάνατος
Και δεν είμαι από πέτρα ούτε αθάνατος- ήταν θάνατος
«Έμπειρες γυναίκες;»
«Τι σημασία έχει; Ο έρωτας στη ζωή, ο εκάστοτε τελευταίος, αλλάζει δραστικά όλα τα προηγούμενα…»
«Άρα…»
«Άρα το θέμα δεν είναι ποτέ η παρθενία - είναι πάντοτε ο τελευταίος έρωτας! Η παρθενία είναι σημαντικό θέμα για τους αστοιχείωτους, για τους αμόρφωτους, για τους χαζούς… Στον έρωτα εφαρμόζεται πλήρως το “οι έσχατοι έσονται πρώτοι…” κι ο θάνατος οριστικοποιεί τον τελευταίο έρωτα ως τον μοναδικό έρωτα ολόκληρης της ζωής…»
«Μμ, δεν το είχα σκεφτεί έτσι… Αλλά τι σχέση έχει ο Άκης Πάνου με τους νεανικούς σου έρωτες;»
«Θα δεις… όσο για το νεανικούς, έκλεινα τότε τα τριάντα πέντε… Πήγαμε με την Έλλη για φαγητό και μετά γραμμή στο “ΔΙΟΓΕΝΗ” - ήταν η πρώτη βραδιά που έπαιζε εκεί ο Άκης Πάνου»
«Μιλάς για το σκυλάδικο, απέναντι από το σταθμό;»
«Ακριβώς. Μπήκαμε γύρω στις δώδεκα, δεν είχε ακόμα πολύ κόσμο. Τα γκαρσόνια τσακίστηκαν να μας περιποιηθούν, μας έβαλαν μπροστά. Εκείνη την ώρα οι μουσικοί έπαιρναν τις θέσεις τους …αλλά να δεις πως!»
«Είμαι έτοιμος ν’ ακούσω…»
«Στην πρώτη σειρά πέντε μπουζούκια - το μεσαίο ο ίδιος ο Άκης. Δεύτερη σειρά, αποπίσω, πέντε τραγουδιστές και τραγουδίστριες. Και τρίτη σειρά, λιγάκι ανάκατη αυτή, έξι όργανα. Σύνολο, δεκαέξι άτομα»
«Καλό ακούγεται…»
«Ήταν ο καλύτερος ήχος που άκουσα ποτέ σε μαγαζί - ακόμα καλύτερος κι απ’ αυτόν που βγαίνει στους δίσκους του. Ο Πάνου είχε προσέξει και την παραμικρή λεπτομέρεια στην ακουστική - δεν είμαι σίγουρος, αλλά νομίζω ότι την είχε επιμεληθεί ο Νίκος ο Παπάζογλου… Ήχος λαϊκός, γεμάτος, σίγουρος, μαγικός, εκπληκτικές, μοναδικές ερμηνείες…»
«Στο σκυλάδικο; Μήπως υπερβάλλεις;»
«Όχι, το αυτί είναι το μοναδικό γυμνασμένο σημείο του σώματός μου, όπως είπε ο Σαββόπουλος… Ξαναπήγα δυο χρόνια αργότερα σε άλλο μαγαζί, ένα φοιτητομάγαζο στις Σαράντα Εκκλησιές, το “ΜΥΣΤΙΚΟ” - και τον ξανάκουσα. Καμία σχέση, μας είχαν και τον ένα πάνω στον άλλο… Εκείνη τη φορά στο “ΔΙΟΓΕΝΗ” πιστεύω πως ήταν η κορυφαία στιγμή του, δεδομένου ότι έχουμε και τη ζωντανή ηχογράφηση στο “ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ” Άλλωστε, δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε - και τον βρήκαν η αρρώστια και ο φόνος…»
(27)
Όταν σε κοιτώ στα μάτια δεν μπορείς να μου κρυφτείς
κάτι σ’ έκανε να κλάψεις και να πικραθείς
Για κοίτα με στα μάτια λοιπόν και ‘ξηγήσου
που είναι το ζεστό το γλυκό το φιλί σου
δεν είχες μυστικά από μένα θυμήσου
για κοίτα με στα μάτια λοιπόν
Όταν σε κοιτώ στα μάτια μη τα ρίχνεις χαμηλά
βάζω μέσα στο μυαλό μου πράγματα τρελά
«Όταν είσαι ερωτευμένος ανεβαίνεις αναβαθμούς, ψάχνεις κάτι πιο κοντά στο είναι, κολυμπάς προς την ανεύρεση του απόλυτου Άλλου - και απαξιώνεις το παρελθόν σου γιατί κρίνεις τον προηγούμενο χρόνο μονάχα με το κριτήριο του παρόντος…»
«Κατάλαβα, ήσουν ερωτευμένος με την Έλλη - και σου ξύνιζε η Πηγιώ…»
«Η σωστή οπτική του παρελθόντος είναι μονάχα η οπτική του ερωτευμένου… δίνεις τη συμβατή διάσταση που αρμόζει στο παρελθόν σου…»
«Δεν είμαι σίγουρος ότι σε παρακολουθώ… Η Έλλη τι έκανε τότε, στο “ΔΙΟΓΕΝΗ”;»
«Δε μπορώ να πω ότι την εύρισκε, αλλά δε δυσανασχετούσε κιόλας… Ξαφνικά βλέπω να περνά από μπροστά μου μια γνώριμη μορφή - η Πηγιώ είχε έρθει στο μαγαζί με δυο νεαρούς και κάθισαν στο διπλανό τραπέζι!»
«Ωχ…»
«Ήξερε η μία για την άλλη, γνώριζαν και οι δύο ότι η μία ερχόταν και η άλλη έφευγε - αλλά ο κόμπος της βραδιάς ήταν ότι η μία δεν ήθελε καθόλου να φύγει και η άλλη παρίστανε ότι δεν είχε αποφασίσει αν θα έρθει…»
«Και συ στη μέση…»
«Δίπλα στην ‘Ελλη και ακριβώς απέναντι από την Πηγιώ…»
(28)
Η πρώτη δύσκολη στιγμή ήταν για σένα αφορμή
να μην μπορείς να με κοιτάξεις μες στα μάτια
η πρώτη δύσκολη στιγμή ήταν για μένα αφορμή
να μάθω πόσα μας χωρίζουν σκαλοπάτια
Είναι τόσο μικρό το κουράγιο
όταν δεν αγαπά η καρδιά
το δικό σου κουράγιο σ’ αφήνει
με την πρώτη την ανηφοριά
Η πρώτη δύσκολη στιγμή ήταν για σένα αφορμή
καινούριο δρόμο να χαράξεις και πορεία
η πρώτη δύσκολη στιγμή ήταν για μένα αφορμή
να γράψω τέλος στη μικρή μας ιστορία
«Έτυχε τώρα η Πηγιώ να λατρεύει τα τραγούδια του Άκη Πάνου - και μου το τραγουδούσε αυτό από απέναντι… και το επόμενο…»
(29)
Μπορείς να κάνεις ό,τι θές
μπορείς και να μη μ’ αγαπάς
και να χαρίσεις όπου θέλεις τα φιλιά σου…
Πήρα απ’ το χέρι σου νερό
να το ξεχάσω δε μπορώ
ακόμα κι αν θα στερηθώ την αγκαλιά σου
Πήρα απ’ το χέρι σου νερό
τώρα θα πάρω τον καημό
και θα γυρίσω στα παλιά μου τα λημέρια
Εκεί που σβήνει η ζωή
εκεί που σβήνει η χαρά
εκεί που χάνονται ο ήλιος και τ’ αστέρια
«Έβλεπα τα κόκκινα χείλη της να ανοιγοκλείνουν, τα μαύρα της μάτια νοτισμένα… Κάτι πόνεσε μέσα μου…»
«Μη τα θες όλα δικά σου - το “φεύγα” έχει κάποιο κόστος και γι’ αυτόν που το δίνει…»
«Μεγάλο κόστος… όταν κοιτάζεις έναν τελειωμένο έρωτα δε μπορείς να μην ανασύρεις ζωντανές μνήμες - κάτι υπάρχει, κάτι σαλεύει… Δε μπορείς να μιλήσεις εν ψυχρώ… Έφερνα στο μυαλό μου αυτά που μου είχε πει το πρωί, στο πανεπιστήμιο…»
«Τι είχε πει;»
«Όταν είμαι με τους άλλους νιώθω πως κάθεσαι δίπλα μου και άθελά μου αναπαράγω δικές σου λέξεις, μιλάω όπως μιλάς εσύ - χωρίς να το καταλαβαίνω… Σου χρωστάω κάτι βαθύτερο από τον έρωτα… κι εσύ πάντα με έχεις δεύτερη… ο έρωτάς μου άνθισε γιατί δεν ολοκληρώνεται όπως θέλω - κι όσο βρίσκει εμπόδια τόσο φουντώνει…»
«Ωχ… τέτοια έλεγε;»
«Τέτοια… Διάβαζε τα βιβλία μου, άκουγε τα τραγούδια και τις μουσικές που άκουγα εγώ, ήθελε να γνωρίσει τους φίλους μου, κάθε τι που είχε σχέση με μένα… Η μεγάλη της δύναμη ήταν η απόλυτη παράδοση της…»
«Πως μπορείς και μιλάς γι αυτά τόσο ψύχραιμα;»
«Ο έρωτας αυτός δεν υφίσταται πλέον, μπορώ λοιπόν και τον αναλύω… Εξάλλου, όταν είσαι ερωτευμένος μπορείς και στέκεσαι στο παρελθόν σου κριτικά, αποτιμάς, εκτιμάς… ναι, είμαι ερωτευμένος, αλλά ας μείνουμε στο θέμα μας… Η Έλλη δεν άργησε να καταλάβει ότι η Πηγιώ έκανε παιγνίδι και αποφάσισε να εκδηλωθεί δυναμικά. Παίζει η ορχήστρα τον “ΠΥΡΕΤΟ” - κι αυτή κολλάει πάνω μου και είναι όλο γλύκες…»
(30)
Στη ζωή μου κάθε μία, καθεμία γνωριμία
μια καινούρια τρικυμία, ένας άλλος πυρετός
κάθε νέα γνωριμία, όνειρα με συντομία
μια ελπίδα καθεμία κι ένας πόνος δυνατός
Κι αν εσύ δεν είσαι απ’ αυτές
κι αν εσύ δε φταις - τι πρέπει να γίνει
όταν πάρουν όλα φωτιά, τα κάψει η ψευτιά
τι θέλεις να μείνει, τι θέλεις να μείνει
Στη ζωή μου καθεμία, καθεμία γνωριμία
μια γλυκιά λιποθυμία, μια παγίδα του καημού
μάθε νέα γνωριμία, όνειρα με συντομία
κι ένα βήμα κάθε μία προς τα χείλη του γκρεμού
«Και η άλλη;»
«Εξακολουθεί να με κοιτάζει και να τραγουδάει… δεν ξέρει ότι κάθε έρωτας είναι θνησιγενής, γιατί ο άνθρωπος είναι προϊόν της πτώσης…»
«Ή ακολουθεί την αναπόφευτη εξέλιξη από το είναι στο μηδέν…»
«Έστω… και στις δυο περιπτώσεις ο έρωτας είναι καταδικασμένος, γιατί ο ερωτευμένος διαισθάνεται πως ο άλλος αδυνατεί να είναι ο Άλλος με Α κεφαλαίο… όταν τον ερωτεύεσαι είναι θεός, μετά ανακαλύπτεις ότι είναι κι αυτός πεσμένος ή βαδίζει προς το μηδέν…»
«Σα να ακούω το Χρήστο Γιανναρά… σχεδόν…»
«Ναι; Θα είναι σύμπτωση… Η Πηγιώ δεν τα ξέρει αυτά, δε μπορεί να κάνει καμιά ανάλυση γιατί είναι φουλ ερωτευμένη, βρίσκεται δηλαδή εκτός κάθε δυνατότητας για κατανόηση αυτού που της συμβαίνει, δεν έχει περάσει ακόμα από το βίωμα στην έννοια, δεν έχει καμιά διαίσθηση αμφιβολίας, ασκεί με όποιον τρόπο μπορεί αυτά που διαφοροποιούν τον έρωτα από την αγάπη…»
«Και ποια είν’ αυτά;»
«Η ζήλεια και η διεκδίκηση, φυσικά… Η Πηγιώ τραγουδάει και διεκδικεί αυτό που θεωρεί ότι είναι ο απόλυτος έρωτας…»
(31)
Του κόσμου το περίγελο χαράματα περνάει
μπροστά στο παραθύρι της και σιγοτραγουδάει
Του κόσμου το περίγελο κατάντησε να γίνει
και όλ’ αυτά για χάρη της - και όλ’ αυτά για κείνη
Του κόσμου το περίγελο περνά κι αναστενάζει
έχει στα στήθια του φωτιά μα ποιος τη λογαριάζει.
«Σκούρα τα πράγματα…»
«Εντελώς σκούρα… Ο έρωτας σέρνει μέσα του την παιδικότητα, όπως η τέχνη σέρνει μέσα της την τραγικότητα - γι αυτό κάνουμε συνέχεια βλακείες οι ερωτευμένοι… Κάνουμε βλακείες γιατί εισπράττουμε τον έρωτα ως βίωμα και όχι ως έννοια… και το βίωμα είναι κάτι ιδιαίτερα εύθραυστο, επισφαλές, ανασφαλές, είναι και μοναδικό με την έννοια ότι δεν δεν αναπαράγεται ποτέ επακριβώς, δεν περιγράφεται κιόλας εύκολα - εκτός αν είσαι μεγάλος μαΐστορας… Το χειρότερο όμως είναι όταν οι βιωματικές σχέσεις αφορούν περισσότερους από δύο… Είμαι με μια γυναίκα που τη θέλω σαν τρελός, αλλά δεν έχει ιδέα από τα τραγούδια που γουστάρω… και την άλλη απέναντι να δίνει τα ρέστα της με αυτά - και να μου ξαναφουντώνει τη λαχτάρα…»
«Ε, όχι!»
«Ε, ναι… ο αναμάρτητος ας βάλλει πρώτος τον λίθον…»
«Και τι κάνεις;»
«Πίνω - ακούω - τραγουδάω… και η Πηγιώ το ίδιο… Αντί να βαδίσω σταθερά και αταλάντευτα από το βίωμα στην έννοια, ξαναγυρίζω στο βίωμα και ερωτεύομαι ξανά την ίδια γυναίκα, αλλά δεν παύω καθόλου να είμαι εξίσου ερωτευμένος με την Έλλη…»
«Πως γίνεται αυτό;»
«Φαίνεται ότι στα χρωμοσώματά μου δεν διαθέτω ίχνος από το γονίδιο της αποκλειστικότητας…»
(32)
Όταν είδα πως θα φύγεις - κόντεψα να τρελαθώ
μα δε μπόρεσα να κλάψω - και να παραπονεθώ
Ούτε αχ δε θα πω - αφού έδωσα μπέσα
σε μια μαύρη καρδιά - που δε μ’ έβαλε μέσα
Ρίξε με κι εσύ πιο κάτω -να με πάρει ο ποταμός
Να με φάει το σκοτάδι -να με λιώσει ο καημός
«Και οι δυο νεαροί που ήταν με την Πηγιώ;»
«Αυτοί ήταν ζευγάρι μεταξύ τους… Δεν ενόχλησαν κανέναν. Αλλά θυμάμαι ακόμα πως έγειρε η Πηγιώ το κεφάλι της στον ώμο ενός απ’ αυτούς και τραγουδούσε αυτό το τραγούδι…»
(33)
Ξέρω, πως θα φύγεις μακριά μου - μέσα από την αγκαλιά μου
θα πετάξεις σαν πουλί
Ξέρω, πως θα κλάψουμε κι οι δύο - στο πικρότερο αντίο
στο πικρότερο φιλί
Κι όταν σημάνει η ώρα - τότε καρδιά μου χρυσή
τη μεγαλύτερη μπόρα - θα την περάσεις εσύ
Στάλα, δεν με ρώτησες μια στάλα - αν χωράν μαζί με τα’ άλλα
τα φαρμάκια τούτα δω
πίσω, πότε θα γυρίσεις πίσω - πόσες νύχτες θα μετρήσω
ώσπου να σε ξαναδώ…
«Το εννοούσε;»
«Απολύτως… αφού είμαστε ακόμα και τώρα μαζί…»
«…»
«…και η Έλλη είναι η γυναίκα μου, η μητέρα της κόρης μου»
«…»
«Πάρε χρόνο να τα εμπεδώσεις… και άκουσε αυτό…»
(34)
Με το μυαλό μου σε μισώ, με τις αισθήσεις σ’ αγαπώ
είν’ ένα αίσθημα μισό, το ξέρεις πριν να σου το πω
με το μυαλό μου σε μισώ, μα είναι το πάθος μου τρελό
και σταματάει το μυαλό και με φιλάς και σε φιλώ
Και τότε τραγουδάει η καρδιά
και ο νους σταματάει, σωπαίνει
και τότε, τότε μόνο η αγάπη υπάρχει -
το μίσος πεθαίνει!
Με το μυαλό παρακαλώ, να ήσουν όνειρο κακό
με τις αισθήσεις σε ζητώ, σαν δηλητήριο γλυκό…
«Το βάζει συχνά πυκνά η Πηγιώ, όταν πηγαίνω στο σπίτι της… εγώ κάνω πως δεν καταλαβαίνω, αλλά μέσα μου με τρώει…»
«Γιατί δεν την παντρεύεσαι τότε;»
«Μα είναι ήδη παντρεμένη…»
«Τότε, φύγε!»
«Τι εύκολες που τις έχεις τις συνταγές… Η λεπτομέρεια είναι ότι έχει δυο γιούς - δικούς μου…»
«…»
«Ξέρω, μύλος… τρέμω συνέχεια μη τυχόν και διαταραχτεί η ισορροπία… όσο υπάρχει ηρεμία με την Πηγιώ, μπορώ να χειρίζομαι εύκολα και την άλλη, αλλά κάθε τρεις και λίγο με φέρνει στο σημείο να θέλω να τινάξω τα πάντα στον αέρα! Όταν χάνεις με 4-0, τι σε πειράζει το 5-0; Έτσι κι αλλιώς - τάχεις δει όλα!»
«Και η Έλλη;»
«Με την Έλλη έζησα καλά στην αρχή… ερωτευμένος, έστω με το αγκάθι της Πηγιώς… Αλλά, μοιραία, κάποτε το πρόσωπο του πόθου απαξιώνεται, το βλέπεις χωρίς παραμορφώσεις και μπορείς να συνειδητοποιήσεις ότι πρόκειται για μια ασήμαντη, αδιάφορη ύπαρξη… Έχω ξεκινήσει τρεις φορές τη διαδικασία να χωρίσω, αλλά δε μπορώ… για πολλούς λόγους. Φυτοζωούμε μαζί, ο ένας προσπαθεί να μην πληγώνει τον άλλον, αλλά… Με τα χρόνια έχει μάθει κι αυτή να ακούει Άκη Πάνου και μου κάνει και πλάκες. Προχτές, τι έβαλε στο στέρεο, έτσι αναπάντεχα - και βούηξε το σπίτι;»
(35)
Μέσα στα δικά σου χέρια έπεσα και χάθηκα
μέσα στα δικά σου χέρια, σαν ανθός μαράθηκα
Ήταν τα δικά σου χέρια φίδια που με πνίγανε
κι όσο πιο πολύ πονούσα, τόσο με τυλίγανε
Μέσα στα δικά σου χέρια μόνο τυραννήθηκα
τώρα είμαι σ΄ άλλα χέρια και ξαναγεννήθηκα
«Είναι πράγματι σε άλλα χέρια;»
«Μακάρι να ήταν… αλλά όχι, προτιμά να ψήνεται κι αυτή στη δική μου θράκα - και να ψήνει κι εμένα… Ο έρωτας, όπως κι ο θάνατος, έχει τρομερή οριστικότητα, έτσι τον νοιώθεις δηλαδή - έτσι τον νοιώθει ώρες ώρες και η Έλλη -είναι πολύ βίαιο, πολύ δύσκολο πράγμα να μην είναι σαρκωμένος ο λόγος του, να απευθύνεσαι σε έναν παρόντα - απόντα… Βάζει που λες το τραγούδι, ακούγεται σε όλη τη συνοικία, λέω θα ηρεμήσει. Αμ δε… καπάκι το επόμενο…»
(36)
Και τι δεν κάνω - την πικραμένη σου ζωή για να γλυκάνω
και συ μου δίνεις και μια πίκρα παραπάνω - για πληρωμή
Αμαρτία μεγάλη - μια καρδιά που για σένα
λαχταράει και πεθαίνει - να τη βλέπεις σαν ξένη
Και τι δεν κάνω - για να βρεθώ στην αγκαλιά σου, τι δεν κάνω
και μ’ αποφεύγεις σαν αλήτη σα ζητιάνο - κάθε στιγμή
«Μέχρι ένα σημείο προσπαθούσα να μαντέψω το ζωτικό μύθο που είχε φτιάξει στο κεφάλι της για να χειρίζεται τις οδυνηρές απουσίες μου, κάποτε τα παράτησα… Είναι προχθές, Κυριακή απογευματάκι, ξέρει ότι σε λίγο θα φύγω και υποθέτω ότι καταλαβαίνει πως θα πάω στην άλλη, γι’ αυτό μου τα κάνει αυτά… και ρίχνει και το τρίτο, για να μ’ αποτελειώσει…»
(37)
Δε μου κάνει αίσθηση καμία, αν θα φύγεις τούτη στη στιγμή
φύγε να κοπάσει η τρικυμία, φύγε, να μερώσουν οι καημοί
Άνοιξε τα χέρια σου να φύγω, μη με τυραννάς μη με κρατάς
βρήκα το κουράγιο μου για λίγο, σα δικό σου πια μη με κοιτάς
Μα τα είν’ αυτά που λέω, θεέ μου θεέ μου
χωρίς αυτήν ποτέ μου ποτέ μου ποτέ μου -
δεν θα μπορούσα να ζήσω και να ξαναγαπήσω
«Τι τραβάς βρε Δημοσθένη… και που θα βγάλει αυτή η κατάσταση;»
«Ποιο θάναι το φινάλε όμως, δεν το γνωρίζω ακριβώς…»
«Νοιώθεις τύψεις;»
«Ούτε ίχνος! Κρατάω όλες τις δυνάμεις μου για να αντιμετωπίσω αξιοπρεπώς τη συντριβή που βλέπω νάρχεται με μεγάλες δρασκελιές προς το μέρος μου… φεύγω από το σπίτι αναστατωμένος, πηγαίνω στην Πηγιώ, μου ρίχνει κι αυτή το βέλος της…»
(38)
Σ’ έχουν γεννήσει δυο καημοί
και της καρδιάς οι στεναγμοί -σ’ έχουν γλυκάνει
Όμως σε δίκασε η ζωή
πρωτού χαράξει το πρωί - να ‘χεις πεθάνει
Παράνομη αγάπη κουρασμένη
ταλαίπωρη αγάπη και πικρή
πλασμένη να πεθάνεις κολασμένη
και να ‘ναι η πορεία σου μικρή
Παράνομη αγάπη γεννημένη
εκεί που δε χαράζει ο ουρανός
απ’ όλους τους ανθρώπους δικασμένη
και δίχως τη συμπόνια κανενός
Ζητάει μια πόρτα να κρυφτεί
η γη ανοίγει να θαφτεί - και να γλιτώσει
Μακριά απ’ του κόσμου την οργή
που θέλει να ‘βρει αφορμή - να την πληγώσει
Πριν τελειώσει το τραγούδι, χτύπησε το τηλέφωνο του γραφείου. Ο Δημοσθένης χαμήλωσε την ένταση και σήκωσε το ακουστικό
«Ναι, καλησπέρα… Εδώ είναι, να σας τον δώσω… Η γυναίκα σου…»
Και κοροϊδευτικά, χωρίς να ακούγεται:
«Έ -φο - δος!»
Η καλή μου ήθελε -δήθεν - να φέρω φρέσκο γάλα στο σπίτι
«Που να βρω γάλα, τέτοια ώρα;»
«Α, βλέπω παρακολουθείς και την ώρα…»
Έκλεισε ήσυχα το τηλέφωνο. Κοίταξα το ρολόι μου: μία και είκοσι!
(39)
Ένα ρολόι μούχες χαρίσει
Που το κοιτούσα όταν αργούσες
Και το ρωτούσα αν μ’ αγαπούσες
Θα το δώσω το ρολόι και θα πάρω κομπολόι
Να μετράω τους καημούς και τους αναστεναγμούς
Τραγουδούσαμε μαζί με το Δημοσθένη, που είχε ανοίξει το δεύτερο μπουκάλι - και πρόσφερε κι άλλα partagas.
«Στο μαγαζί στις Σαράντα Εκκλησιές, νάσου ξαφνικά ο Λουκιανός Κηλαϊδόνης, ανεβαίνει στην ορχήστρα, βγάζει ένα μικρό θαυμαστικό λόγο - και λέει αυτό το τραγούδι…»
(40)
Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα
η ώρα που γεννιέται η ζωή
η ώρα που ταιριάζει η αναπνοή σου
μαζί με τη δική μου αναπνοή
Κι αν είναι η αρχή στην κατηφόρα
η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα
Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα
η ώρα που μου σβήνεις τον καημό
η ώρα που κι η σκέψη μου πεθαίνει
και που δεν θέλω νάχει τελειωμό
Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα
η ώρα που μ’ αρέσει να πονώ
η ώρα που σου δίνω την ψυχή μου
χωρίς να νοιώθω τίποτα φτηνό
«Να κι ένα ερωτικό κομμάτι, που δεν έχει τύψεις, δάκρια, χωρισμούς… αν αφήσουμε κατά μέρος το φόβο της κατηφόρας… Υπάρχει και δεύτερο;»
«Βεβαίως! Κι αυτό δηλαδή με υπονοούμενες ενοχές και απωθημένο φόβο για το μέλλον…»
(41)
Σε πότισα το πιο γλυκό μου δάκρυ
με πότισες τον πιο γλυκό καημό
σε άγγιξα στ’ ονείρου μου την άκρη
και στράγγιξα τον πρώτο στεναγμό
Θα κλείσω τα μάτια, θ’ απλώσεις τα χέρια
θαρθούν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια
αγάπη μου πρώτη, αγάπη μεγάλη
θα κλείσω τα μάτια και όπου με βγάλει
Λαχτάρησα ζωή απ΄ τη ζωή σου
λαχτάρησες το φως τ’ αυγερινού
στα σύννεφα περπάτησα μαζί σου
κι ανοίξανε οι πόρτες τ’ ουρανού
«Εκείνο το βράδι στο ΔΙΟΓΕΝΗ, λες και χαράχτηκε η ζωή μου, λες και μοιράστηκε στα δυο για πάντα. Που να το φανταστώ όμως - τότε; Θυμάμαι προς το τέλος, όταν με είχε νοτίσει το ποτό για τα καλά, θέλησα να ρίξω και τις στροφές μου… έβγαλα τη γραβάτα - θεωρώ ξεφτίλα να χορεύεις ζεϊμπέκικο γραβατωμένος- και βρέθηκα στην πίστα. Εγώ χόρευα - οι δυο κοπελιές χτυπούσαν παλαμάκια μπροστά μου…»
(42)
Βρήκα την πόρτα σου κλειστή και το κλειδί παρμένο
κοντεύουνε χαράματα κι απ’ έξω περιμένω
Γιατί καλέ γειτόνισσα, αφού σου τηλεφώνησα
και είπες πως θ’ αφήσει το κλειδί
γιατί σκληρή γειτόνισσα παιδεύεις την καρδούλα μου
γιατί με βασανίζεις δηλαδή
Πότε μου λες πως δε με θες και πότε με γυρεύεις
ας ήξερα πως σκέφτεσαι και τι θεό λατρεύεις
«Ποιητική εικόνα…»
«Ναι, βέβαια… Από τότε χορεύω συνέχεια και με τις δυο, αλλά σαν αναστενάρης… Ξέχασα και τη γραβάτα και την τσιμπίδα της στο μαγαζί…»
Δεν ήθελα να το διαλύσουμε ακόμα, αλλά λόγοι ανωτέρας βίας… Ο Δημοσθένης με πήγε ως την πόρτα.
«Βλέπεις όμως, ασκούμαι στην εγκράτεια… Απόψε δεν έστειλα SMS!”
«Που να στείλεις SMS;»
«Μα, στη γυναίκα που αγαπώ…»
«…»
«Δεν την ξέρεις… Ήταν ασκούμενη στο γραφείο ως πριν λίγες βδομάδες, τώρα είναι με μια φίλη της στην Κρήτη, το πουλάκι μου… Αλλά συγκρατιέμαι - δε στέλνω μήνυμα… Προχθές, σε μια κρίση επάνω, αυτή δεν απαντούσε - κάλεσα 96 φορές… είχε 96 αναπάντητες στο κινητό της - σε μισή ώρα μέσα, μου το είπε το βράδυ που με πήρε εκείνη…»
Τον κοίταξα καλά καλά, μου φάνηκε πως το μάτι του ήταν θολό, αλλά με τη σούρα που είχα δεν ήμουν πια σε θέση να κάνω ακριβείς παρατηρήσεις -ούτε κανενός είδους κρίσεις. Κούνησα το κεφάλι μου και άνοιξα την πόρτα του ανσανσέρ. Από μέσα ακουγόταν ακόμα το τελευταίο τραγούδι της βραδιάς:
(43)
Ποντάρει σ’ άλογο κουτσό - και παίρνει πεντακόσα
Κι εγώ ποντάρω σ’ αετό - και χάνω κάπου τόσα
- Μολάγα τα μολόγα τα
- Τα φράγκα μοιρολόγα τα
- Τι γίνανε μολόγα τα
- Χορτάρι για τ΄αλόγατα
Σηκώνει τον ιππόδρομο - μ’ ένα παλιοκοσάρι
και γω αδειάζω καφετιά - και γίνονται κριθάρι
Αν θέλει η τύχη η στραβή - στα φαίρνει και στα δίνει
αλλιώτικα σε κυνηγά - στα παίρνει και σε γδύνει
- Μολάγα τα μολόγα τα
- Τα φράγκα μοιρολόγα τα
- Που τάφαγες μολόγα τα
-Τα φάγανε τ’ αλόγατα…