Η «ΘΕΑ» και ο Ακάλυπτος
Το περιοδικό «ΘΕΑ» αποτελεί ένα αρνητικό παράδειγμα ως προς την αντιστοιχία σκοπών και περιεχομένου την οποία θα πρέπει να έχει μια επίσημη έκδοση του Δήμου Θερμαϊκού. Αν αποφασίσει κανείς ν’ ασχοληθεί με το καθένα ξεχωριστά από τα προβληματικά του στοιχεία, θα καταλήξει με ένα εξαιρετικά εκτενές κείμενο. Τα προβλήματα που δημιουργεί δεν είναι αποκλειστικά μεθοδολογικά, δεν περιορίζονται απλά στον τρόπο που προωθεί την ενημέρωση, αλλά αφορούν κυρίως ζητήματα ιδεολογικά.
Αρχίζοντας την κριτική θα κάνουμε ένα σύντομο ταξίδι με τρεις σημαντικές στάσεις στον κόσμο τού συγκεκριμένου περιοδικού. Πρώτη μας στάση στο πρώτο τεύχος συναντούμε τους σκοπούς της έκδοσής του δια στόματος δημάρχου κ. Αλεξανδρή: «Στα χέρια σας κρατάτε μια από τις πολλές προτάσεις επικοινωνίας … που έχουμε σκεφτεί να εφαρμόσουμε ώστε να υπάρχει μια αμφίδρομη και συνεχής επικοινωνία με την τοπική κοινωνία, τη νεολαία και όλες τις κοινωνικές ομάδες … προβάλλοντας και ταυτόχρονα ενημερώνοντας για τις αξίες της ζωής, τις επιθυμίες, τις ανησυχίες αλλά και τις επιτυχίες των δημοτών… Η πλούσια και σύγχρονη αισθητική παρουσίαση των θεμάτων δε θα περιορίζεται αυστηρά στα έργα και τις δραστηριότητες του Δήμου, αλλά θα προσφέρει πραγματική ενημέρωση με άρθρα … για την υγεία, την παιδεία, την τεχνολογία, τον τουρισμό, τη νεολαία …» (Φεβρουάριος,2007,σελ.12). Δεύτερη στάση στο δεύτερο τεύχος ανακαλύπτουμε τις αρχές δεοντολογίας του δημοσιογραφικού επαγγέλματος από τις οποίες αξίζει να επισημάνουμε τις εξής: «Ο δημοσιογράφος δικαιούται και οφείλει να θεωρεί πρώτιστο καθήκον του προς την κοινωνία και τον εαυτό του τη δημοσιοποίηση όλης της αλήθειας, να μεταδίδει την πληροφορία και την είδηση ανεπηρέαστα από τις προσωπικές πολιτικές, κοινωνικές …και πολιτισμικές απόψεις του ή πεποιθήσεις, να συμβάλλει στην αναβάθμιση του δημοσιογραφικού λόγου αποφεύγοντας … λεκτικές κακοποιήσεις, να συμβάλλει δημιουργικά στην προστασία της εθνικής μας παράδοσης …» (Μάιος, 2007, σελ.40-41). Τρίτη και τελευταία (προς το παρόν) στάση μας στο δέκατο τεύχος (Μάιος,2008) το οποίο αποτελεί και την αφορμή για να ναυαγήσει το ταξίδι μας, μιας και μας αράζει σε μια πραγματικότητα κατά την οποία το ταξίδι δεν άρχισε ποτέ παρά μόνο στα όνειρά τους.
Στο εν λόγω τεύχος η δημοσιογράφος Αργυρώ Μυκονιάτη με το χρονογράφημά της «Μεγάλες προσδοκίες…» (σελ.10) επιχειρεί να επικαιροποιήσει δύο θέματα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής τού τόπου μας, τη θαλάσσια συγκοινωνία και τον πεζόδρομο, όχι μόνο με έναν τρόπο επικριτικό, ο οποίος βέβαια αρμόζει στο είδος του χρονογραφήματος, αλλά και με έναν έντονα ιδεολογικό λόγο που βέβαια, σύμφωνα με τους παραπάνω σκοπούς του περιοδικού, δεν αρμόζει ως ύλη σε μια δημοτική έκδοση. Η δημοσιογράφος εξαρχής απαξιώνει τους Έλληνες/νίδες χαρακτηρίζοντάς τους ως ισχυρογνώμονες που όσο και αν προσπαθήσουν να συμπεριφερθούν ως Βέλγοι είναι μάταιο. Με αυτόν τον τρόπο, από τη μια μεριά, δημιουργεί το στερεότυπο του Βέλγου ως ένα πρότυπο προς μίμηση και από την άλλη, το στερεότυπο των Ελλήνων ως φωνακλάδες, ανάξιοι και ικανοί μόνο «για να καταφέρνουν μια τεράστια τρύπα στο νερό». Στη συνέχεια επιτίθεται στην αντιπολίτευση η οποία «δήθεν» αποτελεί τροχοπέδη στη λειτουργία της θαλάσσιας συγκοινωνίας η οποία μάλιστα θεωρεί ότι «τώρα» θα είναι τζάμπα και χωρίς κόστος. «Πρώτη φορά το τζάμπα αντιμετωπίζεται με αδιαφορία, σε μια χώρα που όλοι το επιδιώκουν!» είναι τα λόγια της έκπληκτης δημοσιογράφου η οποία μήπως θα έπρεπε να διαβάσει πολύ καλά εκτός από τις αρχές της δεύτερης στάσης μας, το σύνταγμα και τους ελληνικούς νόμους οι οποίοι επισημαίνουν τις λέξεις «νόμιμο» και «παράβαση»! Μήπως τότε θα σταματήσει τις γενικεύσεις του τύπου «όλη η χώρα επιδιώκει το τζάμπα» σπιλώνοντας έτσι όλους τους Έλληνες/νίδες ως ανίκανους και τζαμπατζήδες; Η κριτική μου, βέβαια, στη δημοσιογράφο πρώτιστο στόχο έχει όχι άμεσα την ίδια αλλά τον εκδότη και την αρχισυνταξία του περιοδικού, το οποίο είναι δημοτικό, άρα δημόσιο, και το πληρώνουμε όλοι μας για τους σκοπούς της πρώτης στάσης μας.
Και σαν να μην έφτανε το χτύπημα αυτό στο πολιτικό και πολιτιστικό σκαρί μας έρχεται και το «Αντρικό» τεστ (σελ.44) να μας αναταράξει τα ήδη ταραγμένα νερά μας. Το ανυπόγραφο αυτό σεξιστικό κείμενο που δεν μπορώ να θεωρήσω ότι με το λεξιλόγιό του, όπως «τα μπινελίκια», «βλαχοτηνέητζερ», «τον φουντάρετε», «τον κλωτσάτε», «φλώρος», «τυρόπιτας», κ.λ.π. προάγει «τις αξίες της ζωής μας, τις επιθυμίες, τις ανησυχίες αλλά και τις επιτυχίες των δημοτών μας» (βλ. κ. Δήμαρχος, πρώτη στάση) απορώ γιατί είναι ανάγκη να δημοσιευτεί στο περιοδικό του Δήμου. Ποιον από τους παραπάνω σκοπούς και ποια από τις παραπάνω αρχές δεοντολογίας εξυπηρετεί; Γιατί αυτή η κατηγοριοποίηση των αντρών; Γιατί εδραιώνεται το στερεότυπο και πρότυπο του άντρακλα που χτυπάει, κλωτσάει και καλό θα ήταν να επιδιώκει να κάνει φυλακή; Δε νομίζω ότι θα ήταν καλό να ασχοληθούμε παραπάνω με αυτό το απάνθρωπο κείμενο, γιατί η αναπαραγωγή του ίσως το καταστήσει σημαντικό. Εκείνο με το οποίο είναι ανάγκη να ασχοληθούμε όλοι μας και να τολμήσουμε να μιλήσουμε και να φωνάξουμε, έτσι όπως κάνει η νεολαία μας στους καθημερινούς αγώνες της για ένα καλύτερο μέλλον, είναι: «Φτάνει πια! Η υπομονή μας έχει και τα όριά της!».
«Ανθρώπινη αξιοπρέπεια», "πολιτισμός", "ισότητα", "δημοκρατία" ..... δεν περιμένω να με καταλάβετε αγαπητοί θεματοφύλακες ... όπως άλλωστε έγραφε και η -όχι μεγάλη Ελληνίδα- ποιήτρια Κατερίνα Γώγου "γράφουμε σε συνθηματική γλώσσα γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει".
Χωρίς καθόλου εκτίμηση
ΜΕΝΔΡΙΝΟΣ Ιωάννης
Δημοτικός Σύμβουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου